Ο οικισμός, η αρχιτεκτονική και η εξέλιξη τού Διλόφου – μέρος β’
4. Αρχιτεκτονικά, μορφολογικά και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά του οικισμού
Τα βασικά χαρακτηριστικά όλων σχεδόν των χωριών στο Ζαγόρι είναι η ενσωμάτωσή τους στο φυσικό περιβάλλον, η ομοιογένεια της κλίμακας, των υλικών δόμησης και η λιτότητα στις μορφές. Επίσης να μην ξεχνάμε ότι στην διαμόρφωση των χαρακτηριστικών συμβάλει και η ανάγκη για την προστασία από τις δύσκολες καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή. Οι κατόψεις τους είναι απλές και το ύψος των κτιρίων σπάνια ξεπερνά τα δύο επίπεδα. Το υλικό δόμησης είναι η άσπρη πέτρα της περιοχής για τις τοιχοποιίες και η σκούρα σχιστόπλακα για τις στέγες. Σε πολλά κτίσματα υπάρχουν ξυλοδεσιές ανά 70 – 100cm, όπου σε αρκετές περιπτώσεις η θέση τους υποδεικνύεται στις όψεις από μια σειρά μαύρων λίθων.
Ως κονίαμα χρησιμοποιούσαν λάσπη με κομμάτια άχυρο ενώ τα επιχρίσματα ήταν από ασβέστη με γιδότριχες . Οι στέγες ακολουθούν πάντα το περίγραμμα της κάτοψης έχοντας γείσα με μικρή προεξοχή και φουρούσια λίθινα ή ξύλινα, ανάλογα την ποιότητα της κατασκευής (Εικ.6).
Τα σπίτια του Διλόφου έχουν χαρακτήρα αυστηρό και σαφή και μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δύο κατηγορίες. Τα αρχοντικά και τα λαϊκά, ή αλλιώς τα “πλούσια” και τα “φτωχικά”. Όπως αναφέρθηκε και στο προηγούμενο κεφάλαιο υπάρχουν κατοικίες μεμονωμένες και κατοικίες κτισμένες εν σειρά με μεσοτοιχίες και κοινές στέγες.
Είναι προφανές ότι τα αρχοντικά ανήκουν στην κατηγορία των μεμονωμένων κτισμάτων, τα οποία περιστοιχίζονται πάντα από υψηλό μαντρότοιχο και μέσα στο οικόπεδο υπάρχει η κύρια κατοικία και τα βοηθητικά κτίρια (παράσπιτα). Τα βοηθητικά κτίρια είναι ισόγεια και βρίσκονται προσκολλημένα στην κύρια κατοικία ή ελεύθερα στο οικόπεδο και έχουν συνήθως χρήση μαγειρειού και αποθήκης. Σε πολλές περιπτώσεις η τουαλέτα ήταν εκτός της κύριας κατοικίας αλλά σε πιο απομονωμένο σημείο της ιδιοκτησίας.
Η κύρια κατοικία και τα παράσπιτα συνδεόντουσαν με πλακοστρωμένες αυλές (εσωτερικές ή εξωτερικές). Οι κατοικίες συνεχούς δόμησης σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν καθόλου αυλή ή έχουν μια εσωτερική.
Η λειτουργία των χώρων σχεδόν σε όλα τα σπίτια, είτε αυτά είναι μεμονωμένα είτε εν σειρά, ακολουθεί το ίδιο πρότυπο το οποίο προσαρμόζεται στην εκάστοτε τυπολογία.
Στο ισόγειο συνήθως έχουμε το χαγιάτι , τα κελάρια και τα αχούρια . Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει μαγειρειό το οποίο χρησιμεύει τους χειμερινούς μήνες και ως χώρος διαβίωσης της οικογένειας και λέγεται και μαντζάτο ή μικρός οντάς. Μέσα σε κάποιο κελάρι σε πολλά σπίτια βρίσκουμε και την μπίμτσα, η οποία είναι ένα πολύ μικρό δωμάτιο χωρίς ανοίγματα και με μικρή πόρτα στο οποίο φύλαγαν τα αντικείμενα αξίας.
Στον όροφο οδηγεί συνήθως μια ξύλινη σκάλα της οποίας τα πρώτα 4 – 5 σκαλιά σε αρκετά αρχοντικά είναι κτιστά. Η απόληξη της σκάλας οδηγεί στην κρεββάτα γύρω από την οποία διανέμονται τα δωμάτια τα οποία είτε είναι χειμερινά με λίγα ανοίγματα και τζάκι (το μαντζάτο) είτε καλοκαιρινά, με πολλά ανοίγματα και χωρίς τζάκι (ο οντάς ή νοντάς).
Οι χώροι κοσμούνται με τοιχογραφίες (με σκοτεινά χρώματα στα χειμερινά δωμάτια και ανοιχτόχρωμα στα καλοκαιρινά). Υπάρχουν εντοιχισμένες ξύλινες ντουλάπες (οι μεσάντρες) και υπερυψωμένα ξύλινα δάπεδα (τα μπάσια) τα οποία χρησίμευαν ως κρεβάτια και καθίσματα. Τα ταβάνια είναι ξύλινα με σκαλιστό διάκοσμο και χρώμα (η διακόσμηση και η πολυπλοκότητα ήταν ανάλογη της οικονομικής ευχέρειας του ιδιοκτήτη).
Τα ιστορικά και τα πιο αξιόλογα κτήρια του Διλόφου
Το Δίλοφο έχει δύο μεγάλα δημόσια κτήρια. Το σχολείο και την εκκλησία. Κατασκευασμένα στο ίδιο ύφος με τα υπόλοιπα κτίσματα, ενώ διαφοροποιούνται μόνο ως προς το μέγεθός τους.
Το σχολείο κτίστηκε το 1855 από τον Ιωάννη Αναγνωστόπουλο απ’ όπου και η ονομασία του “Αναγνωστοπούλειος Σχολή”. Είναι ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο μεγαλοπρεπέστατο κτίριο με μέτωπο 19 μέτρων στην πλατεία του χωριού και ύψος 11 μέτρων (Εικ. 7). Προσφάτως ανακατασκευάστηκε η στέγη του αλλά παρουσιάζει δομικά προβλήματα, καθώς ο μεγάλος τοίχος προς την πλατεία έχει σοβαρές ρωγμές από την μετατόπιση του, λόγω ολίσθησης του εδάφους . Το κτήριο σήμερα είναι κλειστό και δεν χρησιμοποιείται, αναμένοντας την αποκατάστασή του.
Το 1857 ο ίδιος ευεργέτης, με την βοήθεια του Ανδρέα Νούτσου ανήγειραν την εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Εικ.8) στο μέσο περίπου του χωριού, σε θέση με προνομιούχο θέα, σχεδόν όλου του χωριού και του ορεινού γύρω τοπίου. Δύο χρόνια αργότερα κτίζεται το καμπαναριό από τον γιό του Αναγνωστόπουλου και το 1867 κατασκευάζεται το παρεκκλήσι στον προαύλιο χώρο πάλι από τον Ι.Αναγνωστόπουλο .
Το 1896 η εκκλησία καταστράφηκε από πυρκαγιά και ανακατασκευάστηκε το 1899 από δωρεές κατοίκων και ομογενών. Το 1965 κρίθηκε ετοιμόρροπη λόγω υποχώρησης των θεμελίων (λόγω του προβλήματος του εδάφους που αναφέρθηκε προηγουμένως και για το σχολείο). Τα έργα στερέωσής της έγιναν το 1982 – 1983. Το 2006 παρουσίασε πάλι προβλήματα με την υποχώρηση των θεμελίων, σε σημείο που παραμορφώθηκαν τα τόξα της εσωτερικής κιονοστοιχίας (Εικ.9). Το 2008 έγιναν κάποιες σωστικές επεμβάσεις στερέωσης και το έργο ολοκληρώθηκε το 2012.
Εκτός από τα δύο μεγάλα δημόσια κτήρια αξίζει να αναφερθούν και σε δύο χαρακτηριστικά αρχοντικά τα οποία δεν περνούν απαρατήρητα. Ένα από αυτά είναι η οικία Λουμίδη όπως αποκαλείται σήμερα. Βρίσκεται στην είσοδο του χωριού και έχει επιβλητικό χαρακτήρα λόγω του ύψους που του δίνει στον δρόμο ο τοίχος αντιστήριξης ο οποίος κατασκευάστηκε λόγω των απότομων κλίσεων στο σημείο αυτό (Εικ.10). Αντίθετα με την εντύπωση που δίνει, το σπίτι αποτελείται από τρία επίπεδα, των κελαριών, του ισογείου και του ορόφου. Είναι το μεγαλύτερο αρχοντικό του Διλόφου και από τα πιο όψιμα κτήρια του χωριού.
Ένα άλλο αξιόλογο κτήριο είναι το αρχοντικό Μιχαηλίδη του 1872 (Εικ.11), απλής σχετικά μορφής με μεγάλο κήπο και πηγάδι το οποίο στεγαζόταν με στέγαστρο που είχε τέσσερεις πεσσούς και τετράριχτη στέγη (δεν υπάρχει, σήμερα τουλάχιστον, άλλο σπίτι με παρόμοια αυλή και πηγάδι). Ακολουθεί την κλασική τυπολογία του Ζαγορίσιου σπιτιού και ο διάκοσμός του, ιδίως στον όροφο είναι εξαιρετικός .
Υπάρχουν πολλά ακόμα αξιοσημείωτα κτήρια με διαφορετική τυπολογία και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αλλά αυτά τα δύο στα οποία έγινε αναφορά είναι από τα πιο αξιόλογα και ευδιάκριτα.
- Το πάχος των οποίων κυμαίνεται από 50cm έως και 70cm
- Το άχυρο και οι γιδότριχες έπαιζαν τον ρόλο του “πλέγματος” για να έχει μεγαλύτερη αντοχή το υλικό πλήρωσης.
- Ημιυπαίθριος ή εσωτερικός πλακοστρωμένος χώρος εισόδου στην κατοικία από τον οποίο γίνεται η προσπέλαση στους υπόλοιπους χώρους του ισογείου
- Αποθήκες της κατοικίες και παλαιότερα μέρος τους ήταν και ο χώρος διαμονής των ζώων κατά τους χειμερινούς μήνες
- Βοηθητικοί χώροι οι οποίοι είχαν και χρήση στάβλισμού. Απαντώνται εντός αλλά και εκτός της οικίας σε παράσπιατα
- Το μεγάλο ύψος στο μέτωπο της πλατείας προκύπτει λόγω της κλίσης του εδάφους. Το κτίριο έχει ισόγειο και έναν όροφο και η είσοδος του είναι στην μικρή του πλευρά που δεν βλέπει στην πλατεία.
- Αυτό δυστυχώς είναι ένα πρόβλημα που υπάρχει σε όλο το Δίλοφο. Στο υπέδαφος υπάρχουν πολλές σπηλαιώσεις και νερά γεγονός που έχει δημιουργήσει ζημιές σε πολλά κτήρια. Στον τοίχο του σχολείου προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία λόγω του μεγάλου όγκου του.
- Α.Δ.Βλαχόπουλου, “Δίλοφον πρωην Σωποτσέλιον Ζαγορίου” Ιστορική περιγραφή και εποχή ιδρύσεως αυτού, σελ.9, Ιωάννινα, Ιούλιος 1970
- Κτίστηκε από τον Μακρόπουλο το 1906. Ο Λουμίδης εισήρθε αργότερα στην οικογένεια και λόγω του γνωστού ονόματος το σπίτι αποκαλείται σήμερα “οικία Λουμίδη”
4. Κατάσταση διατήρησης τού οικισμού – αλλοιώσεις
Με μια πρώτη ματιά η εντύπωση που αποκτά κάποιος για τον οικισμό είναι ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση χωρίς μορφολογικές αλλοιώσεις. Αυτό γίνεται διότι πολλά σπίτια είναι εγκαταλελειμμένα χωρίς να έχουν δεχτεί επεμβάσεις τα τελευταία 50 χρόνια. Οι αρνητικές επεμβάσεις είναι ακόμα λίγες και δεν έχουν καλύψει το σύνολο τόσο, ώστε να αλλοιώσουν την κλίμακα του οικισμού, όπως έχει γίνει σε άλλα χωριά όπως το Μονοδέντρι.
Επίσης οι μαντρότοιχοι είναι ψηλοί και δεν υπάρχει εικόνα του εσωτερικού των σπιτιών.
Παρατηρώντας όμως πιο προσεκτικά, οι αλλοιώσεις αρχίζουν και γίνονται ορατές. Υπάρχουν δύο κατηγορίες αιτιών αλλοίωσης του οικισμού. Η μια είναι η εγκατάλειψη και η άλλη η μη ορθή ανθρώπινη παρέμβαση. Ξεκινώντας από την εγκατάλειψη, σημειώνεται ότι το τελικό της στάδιο είναι η κατάρρευση. Στο Δίλοφο το 1/3 περίπου των κτιρίων του είναι ερειπωμένα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα με την πάροδο του χρόνου ότι έχει απομείνει από την κατασκευή να πνίγεται από την βλάστηση και να δημιουργούνται κενά στον δομημένο χώρο (Εικ. 12). Σε πολλές περιπτώσεις τα υλικά αφαιρούνται και χρησιμοποιούνται αλλού.
Αυτό το φαινόμενο δημιουργεί αλλοιώσεις στον πολεοδομικό ιστό. Οι επεμβάσεις τώρα που γίνονται στα κτήρια που ήδη κατοικούνται ή πρόκειται να κατοικηθούν μετά από μεγάλη περίοδο εγκατάλειψης, εάν δεν είναι σωστές και δεν εναρμονίζονται με τον παραδοσιακό χαρακτήρα του χωριού δημιουργούν μορφολογικές αλλοιώσεις.
Δυστυχώς στο Δίλοφο συναντάμε και τις δύο περιπτώσεις απλά είναι ακόμα, σχετικά με τα υπόλοιπα Ζαγοροχώρια, πιο ήπιας μορφής. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν δύναται να φτάσει σε πολύ χειρότερο σημείο εάν η κατάσταση δεν ελεγχθεί. Οι αλλοιώσεις που παρατηρούνται ως επί το πλείστον είναι, στην χρήση τσιμέντου (στα αρμολογήματα στις ρωγμές και εξωτερικές επιφάνειες τοίχων), στην αντικατάσταση των ξύλινων κουφωμάτων με μεταλλικά μη συμβατά ή διάνοιξη νέων με άλλες διαστάσεις, στις ανακατασκευές των στεγών όπου χρησιμοποιείται πλάκα άλλου χρώματος πιο ανοιχτόχρωμη ή σκέτος τσίγκος (κυρίως στην στέγαση των αυλοθύρων), στην αντικατάσταση μέρους των μαντρότοιχων με κιγκλιδώματα, στην κατασκευή νέων προσθηκών οι οποίες δεν εντάσσονται μορφολογικά στον οικισμό, στην τοποθέτηση κεραιών τηλεόρασης και στην αυθαίρετη επιλογή χρωμάτων στις όψεις. Όλα τα παραπάνω όμως, λίγο έως πολύ είναι αναστρέψιμες επεμβάσεις. Το χειρότερο είναι η κατασκευή νέων κτηρίων στην θέση παλιών τα οποία δεν τηρούν τις αναλογίες των όγκων (Εικ.13).
Αυτό είναι ένα πρόβλημα που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια στο Δίλοφο και είναι πολύ δύσκολο να αναστραφεί.
Θα πρέπει όμως σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις επεμβάσεων και κατασκευής νέων κτηρίων τα οποία είναι υποδειγματικά από αρχιτεκτονικής άποψης σεβόμενα τον χαρακτήρα και την μορφολογία του οικισμού.
Ποια λοιπόν θα είναι η εξέλιξη και το μέλλον του οικισμού; Αυτό είναι ένα ερώτημα που μας προβληματίζει διότι βλέπουμε πόσο εύκολα και γρήγορα μπορούν να χαθούν αξίες που έχουν κρατήσει αιώνες. Έχουμε στα χέρια μας ένα σύμπλεγμα χωριών, μοναδικό στην Ελλάδα, σε ένα ιδιαίτερο φυσικό τοπίο το οποίο σταδιακά καταστρέφεται και αλλοιώνεται από την κακή εκμετάλλευση και τις επεμβάσεις μη ευαισθητοποιημένων ανθρώπων στις περιουσίες τους. Πρέπει να βρεθεί λύση στο πως θα συνυπάρξουν η εξέλιξη και ο σεβασμός στο παλιό. Στην εποχή που ζούμε είναι πλέον ουτοπικό να πιστεύουμε ότι το Δίλοφο θα κατοικηθεί όπως στο παρελθόν. Είναι πλέον ένας τόπος δεύτερης κατοικίας και αναψυχής και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η διατήρηση και η επανάχρησή του υπό αυτούς τους όρους. Τα κίνητρα και η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και είναι το πρώτο βήμα μαζί με την “εκπαίδευση” των ιδιοκτητών, νέων και παλιών στο πως επεμβαίνουμε σε παραδοσιακούς οικισμούς. Υπάρχουν παραδείγματα σε άλλες χώρες της Ευρώπης (μεσαιωνικά χωριά της Ιταλίας, παραδοσιακοί οικισμοί στην Ν.Γαλλία, στην Αγγλία κ.ο.κ) στα οποία η σύγχρονη ζωή και το ιστορικό περιβάλλον συνυπάρχουν με αρμονία.
Δύσκολος στόχος, όχι ακατόρθωτος, αλλά θα πρέπει να συμβάλλουμε όλοι σε αυτό, πολίτες και πολιτεία.
- Τα αριθμητικά στοιχεία είναι από την άσκηση στο ΔΠΜΣ “Προστασία Μνημείων” της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, των Γεωργούλη Αικατερίνη-Σιούντρη Κωνσταντίνα με θέμα “Δίλοφο -Κεντρικό Ζαγόρι Ιωαννίνων”, 2003
- Το κτήριο της εικόνας 13 αντικατέστησε αυτό της εικόνας 12
Βιβλιογραφία
- Αραβαντινός Π., Χρονογραφία Ηπείρου,τομ Α’ και Β’, Αθήνα 1856
- Βλαχόπουλου Α.Δ., “Δίλοφον πρώην Σωποτσέλιον Ζαγορίου” Ιστορική περιγραφή και εποχή ιδρύσεως αυτού, σελ Ιωάννινα, Ιούλιος 1970
- Γαρτσώνη Β., Μπαλοδήμου Μ., Διπλωματική εργασία με θέμα “Αναγνώριση – Επανάχρηση του ιστορικού Οικισμού Διλόφου Ζαγορίου”, επιβλέπων Καθ. Μ.Νομικός, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος 1991
- Γεωργούλη Α., Σιούντρη Κ., Δίλοφο Κεντρικό Ζαγόρι Ιωαννίνων, Άσκηση στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακοού Προγράμματος “Προστασία Μνημείων” τής Σχ. Αρχιτ. Μηχαν. ΕΜΠ, επιβλ. Καθ. Ε. Μαΐστρου, Μ. Αποστόλου, συμβ. Μ. Μπαλοδήμου, ΕΜΠ, 2003
- Δαλκαβούκης Β., Μετοικεσίες Ζαγορισίων (1750-1922), εκδ. Ριζαρείου Σχολής, Θεσσαλονίκη 1999
- Εργολάβος Σ., “Τα Ζαγοροχώρια στις αρχές τού αιώνα μας – Δύο πολύτιμα ιστορικά ντοκουμέντα”, Εκδόσεις Ήπειρος, Ιωάννινα 1993
- Λαμπρίδης Ι., Β’ Ηπειρώτικα Μελετήματα – Ζαγοριακά, τευχ. 8 και 9, Αθήνα, 1889, επανέκδοση Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1993
- Μακρής Ε., “Τα Ζαγοροχώρια” Ιστορική αναδρομή – τουριστική περιήγηση, Ιωάννινα 1996
- Παπαγεωργίου Γ., Οικονομικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί στον ορεινό χώρο – Ζαγόρι(αρχές 18ου -αρχές 20ου ), εκδ. Ριζαρείου Σχολής, Ιωάννινα, 1995
- Σταματοπούλου Χ., “Ζαγόρι”, Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1990
- Χασιώτης Δ., Διατριβαί και Υπομνήματα περί Ηπείρου, Αθήνησιν 1887
- Χρηστίδης Β., “Η αρχιτεκτονική του Κεντρικού Ζαγορίου”, Το παράδειγμα του Κουκουλίου, τόμοι Α & Β, εκδ. Ριζαρείου Ιδρύματος, Αθήνα 2004
Πηγές Εικόνων
Ο χάρτης 1 και οι εικόνες από 1 έως και 13 είναι από το προσωπικό αρχείο τής
Μ. Μπαλοδήμου. Η εικόνα 14 είναι αγνώστου φωτογράφου