ασπροπάρης, Νeophron percnopterus. Κυρίαρχος απέναντι στα άλλα σκουπιδοφάγα πουλιά (κορακοειδή, γλάροι, κτλ), στα ψοφίμια θα πρέπει να περιμένει τους μεγαλόσωμους γύπες να τελειώσουν για να ξεκοκαλίσει το υπολείμματα. Τρέφεται σχεδόν με οτιδήποτε νεκρό, από ψάρια και φάλαινες μέχρι και ψοφίμια του ίδιου του είδους του (!). Τρώει και σάπια φρούτα, αλλά και ζωντανά έντομα που πιάνει στον αέρα εντοπίζοντας τα με την οξύτατη όρασή του, αφού αναγνωρίζει αντικείμενα 4-8 εκατοστών από ύψος 1000 μέτρων!

Ασπροπάρης

Οδηγός αναγνώρισης για τον ασπροπάρη και άλλα πουλιά στο Ζαγόρι όπως ο γερακαετός, φιδαετός, χρυσαετός, γερακίνα

Ασπροπάρης – Neophron percnopterus

Τοπικά: Κουκάλογο, Αλογόκουκο, Κουκουτάλογο, Ασπρόκοτα, Τυροκόμος, Χελωνάς, Μπατζουτιέρα, Μπάτζος, Μπούρντου Κ΄σάρρου (Βλάχικη), Σλανάρκα, Κάινα-Μάινα (Πέλλα), Άκμπαμπα (Θράκη)

Ένα από τα πλέον αινιγματικά και παράξενα πουλιά του πλανήτη μας βρίσκεται στα πρόθυρα της εξαφάνισης, μη εξαιρουμένης βέβαια και της χώρας μας. Είναι το πρώτο πουλί στον κόσμο που προστατεύτηκε με νόμο από τους Φαραώ, με ποινή θανάτου, αναγνωρίζοντας έτσι την σημαντική του συμβολή στην καθαριότητα των οικισμών από τα σκουπίδια και τα υπολείμματα της τροφής των ανθρώπων. Αποτελώντας το πρώτο γράμμα της αιγυπτιακής αλφάβητου, το ιερογλυφικό που προφέρεται “ah”, το πουλί ονομάστηκε και «κοτόπουλο του Φαραώ». Κανένα άλλο είδος δεν έχει τόσο πολύ συνδεθεί με μύθους, θρύλους, παραδόσεις και μαντικές πράξεις στις ορεινές κοινότητες της χώρας μας. Είναι ο μόνος γύπας στο κόσμο που μεταναστεύει και οι χωρικοί πιστεύουν ότι κουβαλάει στην πλάτη του τον κούκο φέρνοντας την άνοιξη και την καλοτυχία καθορίζοντας με τη μαγική του παρουσία την υγεία και την προκοπή των κτηνοτρόφων, το πήξιμο του γιαουρτιού, την παραγωγή του τυριού, ενώ συμμετέχει σε γάμους, ακόμη και «τσουράπια» φέρνει στα παιδιά (Οιωνός, τεύχος 25 σελ.12-13). Συνδέεται πολύ με τον άνθρωπο και τις δραστηριότητές του, σχεδόν πάντοτε φώλιαζε σε βράχια δίπλα σε κωμοπόλεις, χωριά, και οικισμούς, ακόμη και δίπλα στις στάνες, ενώ σπανιότερα σε κτίρια, σκεπές, δέντρα, στο χώμα ακόμη και στην κορυφή τερμιτοφωλιών!!!

Ασπροπάρης - Νeophron percnopterus. Τοπικά: Κουκάλογο, Αλογόκουκο, Κουκουτάλογο, Ασπρόκοτα, Τυροκόμος, Χελωνάς, Μπατζουτιέρα, Μπάτζος, Μπούρντου Κ΄σάρρου (Βλάχικη), Σλανάρκα, Κάινα-Μάινα (Πέλλα), Άκμπαμπα (Θράκη)Θεωρείται ένα από τα εξυπνότερα πουλιά του πλανήτη, όχι μόνο επειδή είναι από τα πρώτα είδη στο κόσμο που ανακαλύφθηκε ότι χρησιμοποιεί εργαλεία, αλλά και διότι είναι το μόνο που «διδάσκει» το κόλπο αυτό σε άλλα άτομα του ίδιου είδους, δηλαδή πως να επιλέγουν τις κατάλληλες πέτρες και πως θα τις χρησιμοποιούν για να σπάσουν αυγά στρουθοκαμήλου! Κυρίαρχος απέναντι στα άλλα σκουπιδοφάγα πουλιά (κορακοειδή, γλάροι, κτλ), στα ψοφίμια θα πρέπει να περιμένει τους μεγαλόσωμους γύπες να τελειώσουν για να ξεκοκαλίσει το υπολείμματα. Τρέφεται σχεδόν με οτιδήποτε νεκρό, από ψάρια και φάλαινες μέχρι και ψοφίμια του ίδιου του είδους του (!). Τρώει και σάπια φρούτα, αλλά και ζωντανά έντομα που πιάνει στον αέρα εντοπίζοντας τα με την οξύτατη όρασή του, αφού αναγνωρίζει αντικείμενα 4-8 εκατοστών από ύψος 1000 μέτρων! Αγαπημένη του τροφή είναι και οι χελώνες και είναι το μόνο πουλί που καταφέρνει να τις φάει ζωντανές, τρυπώντας τις από το πίσω μέρος με το επιδέξιο ράμφος του, ενώ ο Χρυσαετός αναγκάζεται να τις σπάσει πετώντας τις στα βράχια και ο Γυπαετός να τις κλέψει από τον Χρυσαετό. Συναγωνίζεται στις παραξενιές τον πλησιέστερο του συγγενή Γυπαετό, καθώς και αυτός βάφεται λίγο και αντί για κόκαλα τρώει (συμπληρωματικά) κόπρανα από αγελάδες, γίδια και πρόβατα! Η μυστηριώδης για τους επιστήμονες αυτή συνήθεια, βρέθηκε ότι συντελεί στην πρόσληψη καροτενοειδών, ειδικών ουσιών που δίνουν το έντονο κίτρινο γυμνό δέρμα του προσώπου, δείγμα κυριαρχίας (όπως το κόκκινο στο μάτι του Γυπαετού), σημαντικό γνώρισμα στην ιεραρχική σειρά των γυπών στην κατανάλωση της τροφής και στις γαμήλιες επιδείξεις.

Ξυπνάει τα χαράματα, νωρίτερα από τα περισσότερα αρπακτικά που περιμένουν τεμπέλικα τα ανοδικά ρεύματα για να πετάξουν, και παράξενο για γύπα, χρησιμοποιεί πολύ συχνά το φτεροκόπημα, αν και μπορεί να γυροπετάει για ώρες σε ακτίνα 20 περίπου χιλιομέτρων (μέγιστο ως και 70!) από την φωλιά του για να τραφεί. Έχει δε καταρρίψει και το παγκόσμιο ρεκόρ για την μακρύτερη πτήση διανύοντας 1017 χιλιόμετρα μέσα σε δύο μόνο μέρες διασχίζοντας την Σαχάρα. Τις θεαματικές γαμήλιες πτήσεις θα απολαύσουν όσοι ψάξουν να εντοπίσουν τα αναπαραγωγικά ζευγάρια νωρίς την άνοιξη, (τέλη Μάρτη με αρχές Απρίλη) θαυμάζοντας τις βουτιές από μεγάλο ύψος όταν τα δύο πουλιά είναι συνεχώς μαζί ζευγαρώνοντας μάλιστα καθημερινά (πολύ συχνότερα από τα άλλα αρπακτικά), ενώ όπως και στον Γυπαετό, κάποια «ζευγάρια» αποτελο ύνται και από τρία άτομα. Ασυνήθιστο για γύπα, μπορεί να γεννήσει ως και τρία αυγά, ενώ οι νεοσσοί θα πετάξουν αργότερα από κάθε άλλο αρπακτικό, στο τέλος Αυγούστου και τον πρώτο καιρό θα συντροφεύουν τους γονείς τους ψάχνοντας μαζί τους για φαί, ενώ σύντομα θα εγκαταλειφθούν για να μεταναστεύσουν μοναχοί στην Αφρική όπου θα μείνουν τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

Είναι αξιοπερίεργο λοιπόν πως ένα είδος τόσο κοινό και με τέτοια εξυπνάδα που φώλιαζε σε όλες τις παρυφές των πεδιάδων της χώρας με εκατοντάδες να συγκεντρώνοντα ακόμη και πριν 2 δεκαετίες στους σκουπιδότοπους (βλέπε Οιωνός 34 σελ. 27) δεν τα καταφέρνει να ευημερήσει στο 21ο αιώνα! Εδώ έχουμε δυστυχώς πάλι την επιβεβαίωση «της τραγωδίας των κοινών ειδών» (“the tragedy of the commons”) που αναφέρεται σε κοινότατα είδη που ξαφνικά οι πληθυσμοί τους καταρρέουν. Υπεύθυνη για αυτό είναι η ριζική αλλαγή του τρόπου ζωής μας ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές της Ευρώπης με την εντατικοποίηση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, την εξαφάνιση των λιβαδικών εκτάσεων στα πεδινά και την μείωση της εκτατικής κτηνοτροφίας. Η εκμηχάνιση σήμανε τη δραματική μείωση του πληθυσμού των ζώων φόρτου και η ανάγκη για την αντιμετώπιση ασθενειών την υποχρεωτική ταφή των νεκρών ζώων, την υποχρεωτική καύση όλων των ζωικών αποβλήτων από τα σφαγεία καθώς και το κλείσιμο των χωματερών. Στην Αφρική αρνητικά επέδρασαν η υπερβόσκηση των δασών ακακίας και η δραματική μείωση άγριων οπληφόρων όπως οι γαζέλες και μεγαλόσωμων πουλιών όπως οι στρουθοκάμηλοι από το κυνήγι. Με παγκόσμιο πληθυσμό μόνο 30-45 χιλιάδες ενήλικα άτομα και με μείωση ως και 86% στην υποσαχάρια περιοχή μέσα σε 30 χρόνια, φαίνεται ότι ο Ασπροπάρης βαδίζει ολοταχώς προς τον ολοκληρωτικό αφανισμό.

Η αύξηση της απευθείας θνησιμότητας οφείλεται κυρίως στη απευθείας δηλητηρίαση από χημικές ουσίες όπως οι «φόλες» που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση σαρκοφάγων, τα αντιβιοτικά που χορηγούνται σωρηδόν στα σταβλισμένα ζώα και οδηγούν στην κατάρρευση του ανοσοποιητικού συστήματος των πουλιών, τα αρουραιοκτόνα με τα οποία ψεκάζονται οι σκουπιδότοποι στο εξωτερικό, τα αγροχημικά και η μολυβδίαση. Ακόμη αναφέρονται περιπτώσεις σύγκρουσης με ανεμογεννήτριες, καλώδια υψηλής τάσης και πυλώνες μεταφοράς ρεύματος. Το εκρηκτικό μίγμα συμπληρώνεται και με την ενόχληση από την κατασκευή μεγάλων τεχνικών έργων κοντά στις θέσεις φωλιάσματος.

Ευτυχώς υπάρχει ελπίδα! Η Γαλλία είναι η μόνη χώρα παγκοσμίως όπου μετά από προσπάθειες πολλών ετών το είδος αυξάνει.

Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία

Ρήγας Τσιακίρης
Δασολόγος – Περιβαλοντολόγος ΜSc Oικολογίας
Υποψήφιος διδάκτορας Οικολογίας Σχ. Βιολογίας ΑΠΘ

Λαυρέντης Σιδηρόπουλος
Φοιτητής Ecology and Conservation

Περισσότερες πληροφορίες: http://ornithologiki.gr/

Σαλαμάνδρα

Κοινή Ονομασία: Σαλαμάνδρα Salamandra salamandra (Linnaeus, 1758)

Σαλαμάνδρα | Salamandra salamandra

Σαλαμάνδρα | Salamandra salamandra

Στην Ελλάδα απαντά το φερώνυμο υποείδος και το υποείδος Salamandra salamandra werneri (Sochurek & Gayda, 1941). Τελικό μέγεθος 25cm, μερικές φορές περισσότερο.
Τα θηλυκά είναι μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Τα αρσενικά έχουν αναλογικά μεγαλύτερα άκρα και ουρά.

Κυρίως νυκτόβιο αμφίβιο. Παρατηρείται εύκολα μετά από βροχή. Ζευγαρώνει νωρίς την άνοιξη στο έδαφος. Τα θηλυκά μπορούν να αποθηκεύσουν το σπέρμα του αρσενικού για μήνες και γεννούν 20 με 40 προνύμφες με σχηματισμένα άκρα, σε μικρές λίμνες, στάσιμα νερά ή ελαφρώς ρέοντα. Η μεταμόρφωση των προνυμφών διαρκεί 3 με 4 μήνες.
Αν απειληθεί εκκρίνει τοξικό υγρό από αδένες που φέρει στο δέρμα κι έτσι αποτρέπει τούς θηρευτές. Μπορεί να χρησιμοποιήσει την άμυνά

Μια περίεργη σαλαμάνδρα

Μια περίεργη σαλαμάνδρα

του αυτή και στην περίπτωση που χειριστεί βίαια από τον άνθρωπο. Οι ουσίες αυτές είναι ακίνδυνες για τον άνθρωπο όταν έρθουν σε επαφή με το δέρμα, αλλά μπορεί να προκαλέσουν κάποια συμπτώματα, όπως ερεθισμός, αν έρθουν σε επαφή με τα μάτια, με κάποια πληγή ή στην ακραία περίπτωση την κατάποσης.

Ζουν περίπου δώδεκα χρόνια. Εκτός από την Ελλάδα σαλαμάνδρες φιλοξενούνται και στην  Ισπανία, στην Πορτογαλία, στις Άλπεις και την Βόρεια Αφρική.

Στα Ζαγόρια μπορείτε να εντοπίσετε εύκολα σαλαμάνδρες μετά από βροχή να διασχίζουν αργά τους δρόμους, για αυτό την προσοχή σας στις κίτρινες βούλες…


Πηγές:

Κατάκαλη
wikipedia

Σκίουρος

Σκίουρος (Sciurus vulgaris)

Κόκκινος σκίουρος

Κόκκινος σκίουρος

Σκίουρος ή βερβερίτσα είναι το κοινό όνομα μικρού θηλαστικού τής οικογένειας Σκιουρίδες. Το όνομα αυτό προέρχεται από την ελληνικές λέξεις σκιά και ουρά. Συνήθως η λέξη χρησιμοποιείται για να κατονομάσει ζώα τού γένους Σκίουρος (Sciurus) και Ταμιασκίουρος (Tamiasciurus).

Το πιο γνωστό χαρακτηριστικό του σκίουρου είναι η μακριά φουντωτή ουρά, που σε μερικά είδη έχει μήκος περίπου ίδιο του κορμιού του. Τα πισινά του πόδια είναι σχετικά μεγάλα και το ζωάκι μπορεί άνετα να κάθεται πάνω τους με τα μικρά μπροστινά να κρατάνε καρπό ή άλλο αντικείμενο. Τα μπροστινά όσο και τα πισινά πόδια εξοπλίζονται με μικρά αλλά δυνατά νύχια κατάλληλα για σκάψιμο στο έδαφος και σκαρφάλωμα σε δέντρα. Σπάνια είναι ολόλευκοι οι σκίουροι.

Κόκκινος σκίουρος

Κόκκινος σκίουρος

Το χρώμα τού σκίουρου διαφέρει ανάλογα με το είδος, με τα πιο συνηθισμένα χρώματα το μαύρο, το κόκκινο, το γκρίζο και το καφέ στην πλάτη και το λευκό στην κοιλιά. Οι σκίουροι έχουν διπλό τρίχωμα, το εσωτερικό είναι πυκνό κι απαλό στην αφή, ενώ το εξωτερικό αποτελείται από μακριές σκληρές τρίχες.
Ο σκίουρος έχει αμυγδαλωτά σκούρα προεξέχοντα μάτια, σχετικά μεγάλα για το μέγεθος του κεφαλιού του, με αρκετή απόσταση μεταξύ τους. Τα τριγωνικά του αυτιά είναι στητά και σε μερικά είδη έχουν τούφες στην κορυφή τους. Το ρύγχος του είναι μικρό και καταλήγει σε στρογγυλή μύτη. Οι μεγαλύτεροι σκίουροι, οι μαρμότες, φτάνουν μέχρι 8 κιλά, ενώ οι μικρότεροι, που βρίσκονται στη δυτική Αφρική, έχουν βάρος μόλις 15 γραμμάρια.

Περίεργος σκίουρος που διακόπτει το φαγητό για να εξετάσει το φωτογράφο...

Περίεργος σκίουρος που διακόπτει το φαγητό για να εξετάσει το φωτογράφο…

Οι σκίουροι γενικώς είναι παμφάγοι, τρώνε μια μεγάλη ποικιλία τροφών φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων καρυδιών, καρπών, φρούτων, μυκήτων, καθώς και εντόμων όπως μυρμήγκια, πεταλούδες και σκαθάρια, αυγών ακόμη και μικρών θηλαστικών (κουνελιών!), πουλιών, βατράχων και ψοφιμιών.

Αγριογούρουνο

Αγριογούρουνο (Sus scrofa)

Αγριογούρουνο

Αγριογούρουνο

Ζει κατά μέσο όρο 10 χρόνια, σε σπάνιες περιπτώσεις φτάνει όμως και παραπάνω από 15. Σε πλήρη ανάπτυξη φτάνει τα 170-200 κιλά. Έχει πολύ ανεπτυγμένη όσφρηση και ακοή ενώ η όρασή του είναι περιορισμένη, αντιλαμβάνεται κυρίως την κίνηση και όπως τα περισσότερα θηλαστικά δεν βλέπει τα χρώματα. Το τρίχωμα του αποτελείται από δύο ειδών τρίχες, το κυρίως τρίχωμα είναι τρίχες μακριές, σκληρές και αραιές ενώ το πυκνό υπόστρωμα είναι τρίχες μαλακές και κοντές για να το προφυλάσσουν από τις χαμηλές θερμοκρασίες. Το τρίχωμα αλλάζει δυο φορές το χρόνο, τον Οκτώβριο και τον Μάιο. Ο χρωματισμός του ποικίλλει ανάλογα τις εποχές, τις τοπικές γενιές και τον τόπο διατροφής του, από καφεκόκκινος, γκρι έως μαύρος. Είναι πολύ δυνατό ζώο και όταν τρέχει μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα έως 40 km/h παρασύροντας τα πάντα στο διάβα του. Το κοντόχοντρο χαρακτηριστικό σχήμα του αγριόχοιρου οφείλεται στο δυσανάλογα μεγάλο σε μέγεθος κεφάλι του.

Αγριογούρουνο

Αγριογούρουνο

Τα αυτιά του είναι σχετικά μεγάλα, τα οποία κινεί συνεχώς για να συλλάβει και τον πιο ανεπαίσθητο ήχο. Η μύτη έχει μακριά κατάληξη η οποία του επιτρέπει με την βοήθεια των δοντιών του να σκάβει προς αναζήτηση τροφής (ο «ζουρνάς» στην γλώσσα των κυνηγών). Οι 4 κυνόδοντες εμφανίζονται αμέσως μετά την γέννησή του. Οι κυνόδοντες της πάνω σιαγόνας είναι μεγαλύτεροι και ισχυρότεροι απ’ αυτούς της κάτω και όλοι έχουν διεύθυνση προς τα πάνω. Τα αρσενικά έχουν μεγαλύτερους κυνόδοντες από τα θηλυκά. Κλείνοντας οι σιαγόνες, η εξωτερική πλευρά των πάνω κυνοδόντων έρχεται σε επαφή με την εσωτερική πλευρά των κάτω. Το εύρος της τριβής των κυνοδόντων είναι διαγνωστικό στοιχείο της ηλικίας των ζώων. Στα ανήλικα είναι ανύπαρκτη και αυξάνει με την πάροδο των χρόνων. Ένας άλλος τρόπος να διαπιστωθεί εμπειρικά η ηλικία των ζώων μιας ομάδας είναι ο τρόπος που σκάβουν το έδαφος. Τα νεαρά άτομα σκάβουν ακανόνιστα, ενώ τα ενήλικα δημιουργούν συνεχείς κανονικές αυλακώσεις. Γίνεται επικίνδυνο όταν πρόκειται να υπερασπιστεί τα μικρά του ή όταν είναι τραυματισμένο όπου στήνει και ενέδρες. Έχουν σημειωθεί έως και θανάσιμοι τραυματισμοί κυνηγών από αγριόχοιρους.

Αγριογούρουνα

Αγριογούρουνα

Ο αγριόχοιρος είναι παμφάγο ζώο. Τρέφεται κυρίως με βελανίδια, κάστανα, διάφορα φρούτα και καρπούς, ρίζες και βολβούς τα οποία βγάζει σκάβοντας το έδαφος. Η επιδρομές του είναι συχνές σε καλλιέργειες πατάτας, παντζάρια και καλαμπόκια, ιδίως όταν οι καρποί είναι σε γαλακτώδη ακόμα μορφή. Το διαιτολόγιο συμπληρώνεται με μύκητες (μανιτάρια), σκουλήκια, σαλιγκάρια, προνύμφες εντόμων, έντομα, αμφίβια, ερπετά, τρωκτικά, αυγά εδαφόβιων πτηνών αλλά και ψοφίμια. Τα ψοφίμια είναι όμως συχνά πτώματα ζώων φορέων της τριχινιάσεως, ασθένειας που μεταδίδεται στον άνθρωπο, γι’ αυτό το κρέας του αγριόχοιρου πρέπει να βράζεται καλά.

Ο αγριόχοιρος λατρεύει τα λασπόλουτρα, τα οποία τον απαλάσσουν από τα παράσιτα ενώ συγχρόνως το δέρμα του λαμβάνει διάφορα ορυκτά άλατα και ιχνοστοιχεία. Αυτή του η δραστηριότητα τον αναγκάζει συχνά να διανύει μεγάλες αποστάσεις για να βρει κατάλληλο τόπο. Επίσης, επειδή τα γουρούνια έχουν λίγους ιδρωτοποιούς αδένες, πολύ λίπος και σώμα σαν βαρέλι, που αποθηκεύει θερμότητα με το να κυλιούνται στη λάσπη ρίχνουν τη θερμοκρασία τους περίπου 2 βαθμούς Κελσίου! Είναι μάλιστα πιο αποτελεσματικό από τον ιδρώτα ή από βουτιά σε καθαρό νερό κι αυτό γιατί το νερό στη λάσπη απορροφάται πιο αργά από το σώμα του ζώου, επιτρέποντας του να δροσίζεται για περισσότερη ώρα.Μετά το λασπόλουτρο τρίβεται στους κορμούς των δέντρων ώστε να καθαρίσει την ξεραμένη λάσπη η οποία απομακρύνεται μαζί με τα παράσιτα.

Πηγήwikipedia

Ζαρκάδι

Ζαρκάδι (Capreolus capreolus)

Ζαρκάδι

Ζαρκάδι

Είναι το πιο μικρό είδος της οικογένειας των ελαφιδών. Το χειμώνα συναντάται σε χαμηλότερα υψόμετρα ενώ το καλοκαίρι ανεβαίνει ψηλότερα ανάλογα με την ποσότητα και την ποιότητα της τροφής. Το ζαρκάδι ζει σε ποικιλία δασικών βιοτόπων (φυλλοβόλα ή μικτά δάση με κωνοφόρα) και εμφανίζεται σε μεγάλους πληθυσμούς στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη.

Μερικά στοιχεία για το ζαρκάδι

  • Είναι είδος ημερόβιο. Για την αναζήτηση της τροφής του κινείται κυρίως κατά τις πρωινές και απογευματινές ώρες.
  • Σε περίπτωση άσχημων καιρικών συνθηκών, όπως δυνατή βροχή και δυνατό άνεμο, προφυλάσσεται μέσα στην πυκνή βλάστηση και δεν βγαίνει για να τραφεί.
  • Το ζαρκάδι μπορεί να αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα αλλά για μικρό χρονικό διάστημα, λόγω της μικρής χωρητικότητας των πνευμόνων του.
  • Βλέπει, ακούει και κολυμπά πολύ καλά.
  • Τρώει τα φύλλα και τα κλαδιά των θάμνων των δέντρων κι έτσι βοηθά να υπάρχουν ανοίγματα στο δάσος και να αναπτύσσεται η χαμηλή βλάστηση.
  • Τα αρσενικά έχουν περιοχές επικράτειας που τις υπερασπίζονται δίνοντας θεαματικές μάχες με τα κέρατά τους.
  • Το αρσενικό ζαρκάδι έχει κέρατα που πέφτουν το φθινόπωρο και ξαναφυτρώνουν στα τέλη του χειμώνα.

Το ζαρκάδι στην Ελλάδα

Ζαρκάδι

Ζαρκάδι στο δάσος

Στην Ελλάδα, έχουν απομείνει μικροί πληθυσμοί ζαρκαδιών που απαντώνται στις ορεινές περιοχές της Ηπειρωτικής Ελλάδας. Το είδος χαρακτηρίζεται τρωτό που σημαίνει ότι αν συνεχίσει να εξοντώνεται σύντομα θα απειλείται με εξαφάνιση.
Απειλές

Το ζαρκάδι αποτελεί φυσική λεία για τα σαρκοφάγα ζώα. Παρά το γεγονός αυτό, οι κυριότερες απειλές για το είδος προέρχονται από τον άνθρωπο και είναι το παράνομο κυνήγι και η καταστροφή των βιοτόπων του.

Πηγή: http://www.arcturos.gr

Λύκος

Λύκος (Canis lupus)

Λύκος

Λύκος

Σύμβολο δύναμης και ελευθερίας ο λύκος στοιχειώνει θρύλους και παραμύθια εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η αλήθεια όμως είναι ότι ο «κακός λύκος» των παραμυθιών δεν είναι παρά ένα τρωτό είδος που χρειάζεται προστασία. Υπήρξε το θηλαστικό με τη μεγαλύτερη γεωγραφική εξάπλωση στον πλανήτη μας καθώς κάλυπτε όλο σχεδόν το βόρειο ημισφαίριο. Σήμερα εξαιτίας των συστηματικών προσπαθειών εξόντωσης έχει χάσει μεγάλο μέρος της ιστορικής του επικράτειας. Στην Ευρώπη, εκτός από την Ελλάδα, λύκους συναντά κανείς σε μικρούς πληθυσμούς στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στην Ιταλία, στις σκανδιναβικές χώρες και σε μεγαλύτερους πληθυσμούς στα ανατολικά της Ευρώπης ενώ πρόσφατα επανεμφανίστηκε στη Γαλλία, στην Ελβετία και στη Γερμανία. Στην Ελλάδα η εξάπλωσή του εκτείνεται σε όλο σχεδόν το ηπειρωτικό ανάγλυφο της χώρας, βόρεια της Βοιωτίας.

Μερικά στοιχεία για το Λύκο

  • Ο λύκος τρέχει πολύ γρήγορα (έως 45 χλμ/ώρα) και κολυμπά καλά
  • Μπορεί να φτάσει το 1,5 μέτρο μήκος
  • Ζει σε αγέλες για καλύτερα αποτελέσματα στο κυνήγι
  • Αρχηγός είναι το πιο δυνατό ζώο της αγέλης (αρσενικό ή θηλυκό) και μαζί με το ταίρι του είναι το αναπαραγωγικό ζευγάρι της αγέλης
  • Ενώ ως σαρκοφάγο ο λύκος έχει εξελιχθεί ώστε να τρέφεται κυρίως με άγρια φυτοφάγα ζώα, σε περίπτωση που αυτά εκλείπουν στρέφεται σε μικρότερα ζώα, κτηνοτροφικά ζώα, ή ακόμα και σε ανθρωπογενείς πηγές τροφής (σκουπίδια, νεκρά ζώα)
  • Οι λύκοι μπορούν να εντοπίσουν το θήραμά τους από απόσταση 3 χλμ μόνο από τη μυρωδιά
  • Ένας λύκος μπορεί να ακούσει το ουρλιαχτό ενός άλλου λύκου από απόσταση έως και 10 χλμ, όταν ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται απόλυτη σιωπή

 

Ο λύκος στην Ελλάδα

Λύκος που ουρλιάζει

Λύκος που ουρλιάζει

Ο λύκος εξαφανίστηκε από την Πελοπόννησο στο τέλος της δεκαετίας του ‘30. Στην Ελλάδα σήμερα υπολογίζεται ότι ζουν 700 λύκοι σε όλο σχεδόν το ηπειρωτικό ανάγλυφο της χώρας, βόρεια της Βοιωτίας. Στις περιοχές αυτές, ο λύκος επιβιώνει σε πολλές μικρές και απομονωμένες μεταξύ τους ομάδες, με εντονότερη παρουσία σε σημεία όπου υπάρχει νομαδική κτηνοτροφία ή όπου υφίστανται ακόμη μεγάλα ορεινά συγκροτήματα χωρίς έντονη ανθρώπινη παρουσία.

Απειλές

Λύκος

Λύκος

Η ελάττωση της φυσικής λείας του λύκου (ελάφι, ζαρκάδι, αγριογούρουνο) που οφείλεται σε ανθρωπογενείς παράγοντες, τον στρέφει προς τα κτηνοτροφικά ζώα, που σε συνδυασμό με τη σταδιακή χαλάρωση πρόληψης των ζημιών συνιστά γεγονός που επιτείνει τη σύγκρουση ανθρώπου-λύκου. Οι παγάνες και τα δηλητηριασμένα δολώματα συνεχίζουν να αποτελούν ευρύτατα διαδεδομένες πρακτικές θανάτωσης λύκων αν και ο νόμος, ήδη από το 1991, απαγορεύει αυστηρά τη χρήση τους. Επίσης, η επέκταση της ανθρώπινης δραστηριότητας ακόμα και σε δυσπρόσιτες και απομακρυσμένες περιοχές, τα μεγάλα τεχνικά έργα, η διάνοιξη εκτεταμένου και ανεξέλεγκτου δικτύου δασικών δρόμων, η επέκταση των βοσκοτόπων και η μείωση των δασικών εκτάσεων, οδηγούν σταδιακά στην υποβάθμιση των βιοτόπων του λύκου απειλώντας την επιβίωσή του.

Πηγή: http://www.arcturos.gr

Αρκούδα

Η καφέ αρκούδα (Ursus arctos) είναι παμφάγο θηλαστικό ζώο,

το είδος αυτό αρκούδας (ίσως το γνωστότερο) μπορεί να φτάσει σε μάζα από 170 μέχρι 300 κιλά.

Αρκούδα με τα μικρά της

Αρκούδα με τα μικρά της

Η αρκούδα είναι η συνέχεια μιας πανάρχαιης ζωής. Με τον πολιτισμό της Ελλάδας τη συνδέουν μύθοι, παραδόσεις και ιστορίες. Είναι ζώο που δεν έχει φυσικούς εχθρούς. Ο μοναδικός εχθρός της είναι ο άνθρωπος. Είναι το μεγαλύτερο χερσαίο θηλαστικό τής Ευρώπης, με μεγάλη μυϊκή δύναμη, ιδιαίτερα στο λαιμό και στα άκρα. Έχει τριγωνικό κεφάλι, κυκλικά μικρά αυτιά και μικρά μάτια. Διαθέτει 40-42 δόντια με αναπτυγμένους τούς κυνόδοντες και τους γομφίους. Η ουρά της είναι πολύ κοντή και κρύβεται από τη γούνα της, τα πόδια της καταλήγουν σε πέντε δάχτυλα εφοδιασμένα με καμπυλωτά νύχια. Έχει άριστη ακοή και όσφρηση όμως λιγότερο καλή όραση (βλέπει αρκετά καλά σε απόσταση 80 μέτρων αλλά δεν είναι ικανή να διακρίνει άνθρωπο στα 300 μέτρα).

Ίχνος αρκούδας σε χιονισμένο μονοπάτι τον Φεβρουάριο τού 2013

Ίχνος αρκούδας σε χιονισμένο μονοπάτι στο Ζαγόρι

Η αρκούδα βαδίζει πατώντας σε όλο το πέλμα των ποδιών της (ανήκει δηλαδή στα πελματοβάμονα ζώα) και μπορεί να τρέξει με ταχύτητα 40-50 χιλιόμετρα την ώρα. Το ύψος ενός ενήλικου ζώου στον τράχηλο μπορεί να φτάσει τα 1.10 μέτρα, ενώ το συνολικό μήκος κυμαίνεται μεταξύ 1.70 και 2.20 μέτρα. Το ενήλικο θηλυκό ζυγίζει από 60 ως 120 κιλά, ενώ το ενήλικο αρσενικό είναι συνήθως πιο μεγαλόσωμο και το βάρος του κυμαίνεται από 110 ως 250 κιλά. Γενικά το βάρος της αρκούδας δεν είναι ποτέ σταθερό. Το φθινόπωρο γίνεται μέγιστο εφόσον το ζώο αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες λίπους για να καλύψει τις ανάγκες του κατά την περίοδο του χειμέριου ύπνου, ενώ την άνοιξη έχει το ελάχιστο βάρος αφού όλο το λίπος έχει ήδη καταναλωθεί κατά τη διάρκεια του χειμέριου ύπνου.
Η αρκούδα ζει περίπου 20 με 25 χρόνια και δεν είναι εκ φύσεως επιθετικό ζώο. Μπορεί βέβαια όπως κάθε αμυνόμενο ζώο να εκδηλώσει επιθετική συμπεριφορά για εκφοβισμό. Όταν σηκώνεται στα πισινά της πόδια δεν εκδηλώνει επιθετική διάθεση, η κίνηση αυτή είναι ανιχνευτική και έχει απλά σκοπό να αυξήσει το οπτικό της πεδίο. Αμυντικό ρόλο έχει το δυνατό της μούγκρισμα. Χαρακτηριστικά της στοιχεία είναι η μεγάλη ταχύτητα της, η ευκινησία της, η ικανότητα της να ψαρεύει, η ικανότητα της στην αναρρίχηση, η χρήση τού μπροστινού ποδιού ως “χέρι” κ.ά.

Πηγήhttp://el.wikipedia.org/