Χιόνια στο καμπαναριό ...

UNESCO και Ζαγόρι

Το Ζαγόρι θέτει υποψηφιότητα για Πολιτιστικό Τοπίο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO

Το Ζαγόρι προτείνει το ΥΠΠΟΑ για την ένταξη,Το Ζαγόρι προτείνει το ΥΠΠΟΑ για την ένταξη, για πρώτη φορά, ενός ελληνικού Πολιτιστικού Τοπίου στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO Τοπίου στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Ιστορικός τόπος της χώρας μας με φυσικό κάλλος, σημαντικό και άριστα διατηρημένο παραδοσιακό οικισμό, το Ζαγόρι θα αποτελέσει την επίσημη πρόταση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού για την ένταξη, για πρώτη φορά, ενός ελληνικού Πολιτιστικού Τοπίου στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Τα Πολιτιστικά Τοπία επιλέγονται λόγω της ιδιαίτερης, οικουμενικής τους σημασίας, της αντιπροσωπευτικότητάς τους όσον αφορά καθορισμένες γεω-πολιτισμικές περιοχές, καθώς και λόγω της ικανότητάς τους να εκπροσωπήσουν τα ουσιαστικά και διακριτά πολιτισμικά στοιχεία τέτοιων περιοχών.

Η προστασία των Πολιτιστικών Τοπίων μπορεί να συμβάλει θετικά στις σύγχρονες τεχνικές αειφόρου χρήσης της γης και να διατηρήσει η ακόμα και να ενισχύσει τις φυσικές αξίες του τοπίου. Μπορεί επίσης να βοηθήσει τη διατήρηση της βιολογικής πολυμορφίας. Το Ζαγόρι βρίσκεται εδώ και δυο χρόνια στον Ενδεικτικό Κατάλογο Πολιτιστικών Αγαθών του διεθνούς οργανισμού, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση γα την εγγραφή στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς.

Κάθε υποψηφιότητα Πολιτιστικού Τοπίου για τον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO πρέπει να ανταποκρίνεται στις εξής προϋποθέσεις: Τεκμηρίωση της εξέχουσας οικουμενικής αξίας και διασφάλιση της αυθεντικότητας και της ακεραιότητας του εν λόγω πολιτιστικού αγαθού. Κατάρτιση συγκριτικής ανάλυσης του αγαθού σε σχέση με παρόμοια αγαθά, εγγεγραμμένα ή μη στον Κατάλογο. Σαφής οριοθέτηση του Πολιτιστικού Τοπίου και της ζώνης προστασίας του. Κατάρτιση γραπτού διαχειριστικού σχεδίου, καθώς και εγγυήσεων γα την αποτελεσματική εφαρμογή του. Καταγραφή των παραγόντων που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν θετικά ή αρνητικά το αγαθό. Λήψη μέτρων για την προστασία του μνημείου σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Όταν ένα Πολιτιστικό Τοπίο εγγραφεί στον Κατάλογο, το κράτος- μέλος οφείλει να διατηρήσει την εξέχουσα οικουμενική αξία του. Να μεριμνά για τη συντήρηση, την ανάδειξη, την προβολή και εν γένει τη διαχείριση του αγαθού κατά τρόπο που να διασφαλίζεται διαχρονικά η αυθεντικότητα και η ακεραιότητά του.

Περισσότερα: lifo.gr

Δίδυμες λίμνες Φλέγγες στο Μαυροβούνι, Βάλια Κάλντα

Το πέρασμα των παγετώνων από τα βουνά της Ελλάδας

Κείμενο-Φωτογραφίες: Άρης Λεονταρίτης, Γεωργία Κανελλοπούλου

Πίνδος. Οκτώβρης, 30.000 χρόνια πριν από σήμερα. Το χιόνι πέφτει απαλά και σκεπάζει σιγά-σιγά τις πλαγιές του βουνού. Σε κάποια σημεία το περσινό χιόνι παραμένει συσσωρευμένο σε κοιλάδες και κοιλότητες καθώς ο αδύναμος ήλιος του καλοκαιριού για ακόμη μια χρονιά δεν κατάφερε να το λιώσει. Ακόμη και το πιο ζεστό μεσημέρι του Ιουλίου η θερμοκρασία είναι μόλις 18 βαθμοί. Τα χρόνια περνούν και τα αλλεπάλληλα στρώματα χιονιού μεταμορφώνονται σε ένα σκληρό στρώμα πάγου, το οποίο συνεχώς βαραίνει και επεκτείνεται. Οι εσωτερικές δυνάμεις που αναπτύσσονται από τη βαρύτητα είναι τεράστιες. Ο πάγος στα χαμηλότερα στρώματα γίνεται ελαστικός ενώ η ασφυκτική πίεση κοντά στην επιφάνεια του εδάφους προσφέρει στον εφαπτόμενο πάγο την ενέργεια που χρειάζεται για να λιώσει. Ένας συνδυασμός φαινομένων ολίσθησης (με τη βοήθεια του νερού μεταξύ εδάφους- πάγου), ερπυσμού (λόγω της ελαστικότητας των χαμηλότερων στρωμάτων) και θραύσης (στην επιφάνεια του πάγου) δίνουν ζωή στον μέχρι τώρα άψυχο γαλανό πάγο. Γίνεται ένα επιβλητικό, αργοκίνητο ποτάμι που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά του. Ένας παγετώνας. Καθώς τα χρόνια περνούν, η γη στρέφει τον άξονα της, ώστε να ξαναφέρει το παγωμένο βορινό της μάγουλο προς τον καλοκαιρινό ήλιο. Αρχίζει σιγά-σιγά να ξεμουδιάζει και οι πάγοι συρρικνώνονται υποχωρώντας τελικά άτακτα, προς τα πάνω. Έτσι, και αυτή η παγετώδης περίοδος είναι πια παρελθόν. Μέχρι να έρθει η επόμενη, ο δυνατός ήλιος λιώνει τα χιόνια κάθε καλοκαίρι και το μόνο που έχει απομείνει πλέον από τους παγετώνες είναι τα σημάδια που έχει χαράξει το σαρωτικό πέρασμά τους στη γη.

Τα βουνά του ελλαδικού χώρου φέρουν πολλά τέτοια σημάδια και αν κανείς τα γνωρίζει είναι αρκετά εύκολο να τα εντοπίσει. Που; Συνήθως σε υψόμετρα άνω των 1.800 μέτρων, χωρίς αυτό να αποτελεί κανόνα. Για παράδειγμα το Σκαμνέλι Ζαγορίου στις νότιες πλαγιές της Τύμφης είναι χτισμένο μέσα σε μια εκτενή παγετωνική μορένα σε υψόμετρο 1.100 μέτρων. Ιδιαίτερα η Τύμφη και ο Όλυμπος αλλά και ο Σμόλικας, το Περιστέρι, τα Βαρδούσια, η Γκιώνα και οι λοιποί ψηλοί της παρέας αποτελούν ιδανικά πεδία για την εύρεση εντυπωσιακών παγετωνικών γεωμορφών. Παρατηρείς τα χαρακτηριστικά αυτά χνάρια, κατανοείς, και αφήνεις την φαντασία σου να αναπλάσει το παγετώδες τοπίο του παρελθόντος.

Η ακριβέστερη ένδειξη ύπαρξης ενός παγετώνα είναι οι μορένες ή αλλιώς λιθώνες (moraines), δηλαδή οι αποθέσεις υλικών (χώμα, πέτρες, βράχοι) στα όρια του παγετώνα. Καθώς ο πάγος κινείται, συνθλίβει και παρασύρει τα χαλαρά στρώματα του υποκείμενου εδάφους, ωθώντας τα προς το ρύγχος του (snout) αλλά και εκατέρωθεν προς το πλάι (σχηματικά θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την συνεχόμενη κίνηση ενός αντικειμένου στην άμμο). Οι πλευρικές αυτές μορένες (lateral moraines) ενισχύονται από βράχους και πέτρες που πέφτουν δεξιά και αριστερά του παγετώνα από την αγκαλιά της κοιλάδας που τον φιλοξενεί (Εικόνα 1). Όταν το κλίμα αρχίζει να είναι πιο ζεστό και ο παγετώνας υποχωρεί σιγά-σιγά προς τα πίσω, αφήνει σε ευδιάκριτη θέση τις αποθέσεις αυτές που μαρτυρούν την συνολική του εξάπλωση σε διάφορες φάσεις επέκτασης (ή υποχώρησης) του κατά τις παγετώδεις περιόδους στις οποίες έζησε. Ακριβώς μπροστά από την τελική του θέση, διαγράφεται σε σχεδόν ημικυκλικό σχήμα η τερματική μορένα (terminal/end moraine). Το ανάχωμα αυτό πολλές φορές δεν αφήνει τα νερά που προκύπτουν από το λιώσιμο του πάγου να κινηθούν ελεύθερα ευνοώντας το σχηματισμό λιμνών (moraine dammed lakes). Μπορούμε να πούμε ότι οι παγετωνικές αλπικές λίμνες είναι το ζωντανό στοιχείο του παρόντος που μας συνδέει με τον παγετώνα του παρελθόντος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι δίδυμες λίμνες Φλέγγες στο Μαυροβούνι (Εικόνα 2).

Τόσο η Δρακόλιμνη της Τύμφης όσο και του Σμόλικα ΔΕΝ είναι παγετωνικής προέλευσης, παρά την διαδεδομένη άποψη ότι πρόκειται για παγετωνικές αλπικές λίμνες. Ο Philip Hughes στη διδακτορική του διατριβή πάνω στην παγετωνοποίηση της Τύμφης και του Σμόλικα κατά το Τεταρτογενές (βλ. βιβλιογραφία) έχει αναπαραστήσει την ανάπτυξη των παγετώνων στις διάφορες περιόδους με βάση τα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα πεδίου. Στους αντίστοιχους χάρτες που δημιούργησε είναι σαφές ότι οι δυο αυτές λίμνες βρίσκονται εκτός των ορίων των παγετώνων. Άλλωστε, αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά το ανάγλυφο που περιβάλλει τις λίμνες, είναι σαφές ότι δεν πρόκειται για παγετωνικά δημιουργήματα, καθώς δεν συνάδει με την ύπαρξη παγετώνων στο παρελθόν (π.χ. ανυπαρξία μορένων και αμφιθεατρικών σχηματισμών). Η δε δημιουργία τους, αποδίδεται σε καθαρά γεωλογικά αίτια. Αντιθέτως, η Ξερόλουτσα στην Τύμφη και η λίμνη της Μόσιας στο Σμόλικα είναι σαφέστατα παγετωνικές. Το πέρασμα του παγετώνα διαγράφεται επίσης στις χαραγμένες και λείες πετρώδεις επιφάνειες (glacial groove/glacial furrow), οι οποίες δημιουργούνται από την τριβή του πάγου στα σκληρά στρώματα που αποκαλύπτονται με τη διαδικασία που περιγράφεται παραπάνω. Σε αυτές που αγναντέψαμε από την κορυφή της Αστράκας (Εικόνα 3) φαίνεται καθαρά η κίνηση των κατερχόμενων, από τις ψηλές κορφές, παγετώνων προς την Ξερόλουτσα και το Μέγα Λάκκο. Ένα ακόμα παγετωνικό αποτύπωμα που έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον και με λίγο προσοχή παραπάνω εντοπίζεται εύκολα είναι οι πλάνητες λίθοι (erratic boulders). Κατά το ταξίδι του παγετώνα παρασύρονται βράχοι διαφόρων μεγεθών και σύστασης, οι οποίοι όταν απεγκλωβίζονται από τον πάγο καταλήγουν να στέκουν σε σημεία που η παρουσία τους μοιάζει αφύσικη (Εικόνα 4) είτε λόγω του διαφορετικού πετρώματος (π.χ. φλύσχης πάνω σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα) είτε λόγω της θέσης (π.χ. σε σημείο που δεν θα μπορούσε να έχει κυλίσει μετά από αποκόλληση από κάποια γειτονική πλαγιά). Έτσι, μοναχικοί βράχοι, αποκομμένοι από το μητρικό τους περιβάλλον, στέκουν μπροστά στον ορειβάτη μαρτυρώντας τη γεωλογική ιστορία του τοπίου.

Ένα από τα πιο συνηθισμένα ανάγλυφα που ευνοεί τη γέννηση ενός παγετώνα είναι ένας βαθύς σχηματισμός στο υψηλότερο μέρος μιας μελλοντικά παγετώδους κοιλάδας όπου πραγματοποιείται η συσσώρευση του χιονιού και η δημιουργία πάγου. Ο παγετώνας που αναπτύσσεται εκεί καλείται περιφερειακός (cirque glacier) και περιστοιχίζεται από ορθοπλαγιές τις οποίες διαβρώνει, δημιουργώντας έναν χαρακτηριστικό αμφιθεατρικό σχηματισμό (cirque). Τυπικά παραδείγματα τέτοιων σχηματισμών (Εικόνα 5) είναι τα Μεγάλα Καζάνια του Ολύμπου και οι βορεινές ορθοπλαγιές της Τύμφης (Πλόσκος, Γκαμήλα, Καρτερός, Μεγάλα Λιθάρια, Τσούκα Ρόσσα κτλ). Συνεχίζοντας την καθοδική του πορεία προς την κοιλάδα επιφέρει την μεγαλύτερη σε κλίμακα αλλαγή στο τοπίο. Οι ορεινές κοιλάδες, οι οποίες έχουν αρχικά σχήμα V λόγω της ποτάμιας κοίτης, βαθαίνουν και διευρύνονται από την παγετωνική διάβρωση που τους προσδίδει ένα σχήμα τύπου U. Το συγκεκριμένο αποτύπωμα λόγω της κλίμακάς του διακρίνεται καλύτερα από μακριά και είναι από τις μορφές που αναζητά κανείς αγναντεύοντας ένα ορεινό τοπίο από ψηλά.

Όλα τα παραπάνω είναι αποτέλεσμα της δράσης του πάγου, τα άμεσα ίχνη. Κατά το λιώσιμο των παγετώνων όμως, απελευθερώθηκαν τεράστιες ποσότητες νερού οι οποίες με τη σειρά τους διαμόρφωσαν μοναδικούς γεωλογικούς σχηματισμούς όπως το φαράγγι του Βίκου στον πυρήνα του Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου. Το γειτονικό φαράγγι του Αώου όπως και το φαράγγι της Πορτίτσας στον Όρλιακα σχηματίστηκαν με τον ίδιο τρόπο. Το νερό ακολούθησε τις διαδρομές που όρισαν τα ρήγματα και ταχύτατα διάβρωσε κατακόρυφα τους ασβεστολιθικούς σχηματισμούς, δημιουργώντας τα βαθιά αυτά φαράγγια. Η διαφορά στη σύσταση του ασβεστόλιθου καθορίζει και την αντίσταση στη διαβρωτική διαδικασία. Έτσι, όπου το νερό συναντούσε ανθεκτικά στρώματα χρειαζόταν περισσότερο χρόνο να τα διαβρώσει και η κοίτη του ποταμού γινόταν πιο πλατιά, αφήνοντας χαρακτηριστικά σκαλοπάτια στην κατακόρυφη ποτάμια δομή, γνωστά και ως ποτάμιες αναβαθμίδες. Παρατηρώντας τα φαράγγια του Βίκου και του Αώου μπορούμε να δούμε σε φυσική κλίμακα την αλληλουχία των ασβεστόλιθων που δημιουργήθηκαν πριν από εκατομμύρια χρόνια στον πυθμένα μιας βαθιάς θάλασσας (Τηθύς), στη συνέχεια ανυψώθηκαν μέσα από σύνθετες γεωλογικές διεργασίες, διαβρώθηκαν από το νερό και σήμερα πλέον αποτελούν ένα ζωντανό βιβλίο της γεωλογικής ιστορίας. Αρκεί να ξέρουμε να το διαβάσουμε.

Άλλωστε, η αναζήτηση γεωμορφών στο πεδίο, τα οποία αποτελούν στοιχεία ερμηνείας του σημερινού ανάγλυφου αποτυπώνοντας ουσιαστικά χιλιάδες ή και εκατομμύρια χρόνια γεωλογικής ιστορίας, αποτελεί μια συναρπαστική διαδικασία που διευρύνει τη φαντασία και αναβαθμίζει συνολικά την ορειβατική εμπειρία. Σκοπός λοιπόν του άρθρου αυτού είναι μια πρώτη γνωριμία με τον μαγευτικό κόσμο των παγετώνων αλλά και της ερμηνείας των γεωμορφών γενικότερα. Ελπίζουμε να σας ανταμείψει στην επόμενη εξόρμησή σας στο βουνό!

Ενδεικτική Βιβλιογραφία
ΙΓΜΕ (Βικος Αωος, Ορλιακας, κτλ)
Hughes
Κανελλοπούλου διπλ.

Για 5η συνεχή χρονιά ετοιμαζόμαστε. Από τις 5 ως και τις 25 Ιουλίου η γιορτή του σινεμά θα απλωθεί σε 3 χωριά του Ζαγορίου. Τα Κάτω Πεδινά (όπως πάντα), τα Άνω Πεδινά και η Βίτσα θα φιλοξενήσουν τα τέσσερα (4) Εργαστήρια , δημιουργώντας για πρώτη φορά στη χώρα μας ένα «Κινηματογραφικό Χωριό – Δίκτυο»

Zagoriwood 2014

Για 5η συνεχή χρονιά ετοιμαζόμαστε. Από τις 5 ως και τις 25 Ιουλίου η γιορτή του σινεμά θα απλωθεί σε 3 χωριά του Ζαγορίου.

Τα Κάτω Πεδινά (όπως πάντα), τα Άνω Πεδινά και η Βίτσα θα φιλοξενήσουν τα τέσσερα (4) Εργαστήρια , δημιουργώντας για πρώτη φορά στη χώρα μας ένα «Κινηματογραφικό Χωριό – Δίκτυο».

Συγκεκριμένα:

  • 5 – 13 Ιουλίου εργαστήριο Ντοκυμαντέρ («η Μυθοπλασία του πραγματικού»)
  • 14 – 20 Ιουλίου εργαστήριο Σύνθεσης Μουσικής για Κινηματογράφο
  • 10 – 23 Ιουλίου το Εργαστήριο Ένα / Από την Ιδέα ως την Ταινία, (Σενάριο-σκηνοθεσία-φωτογραφία-μοντάζ)
  • 13 – 22 Ιουλίου εργαστήριο Ανοιχτή Θέα (ένα πρόγραμμα «βεντάλια» με εξειδικευμένα κατασκευαστικά ζητήματα για νέους κινηματογραφιστές από έμπειρους επαγγελματίες του σινεμά)

Μέχρι στιγμής, εκτός της σταθερής ομάδα διδασκόντων (Άκης Κερσανίδης, Κλεάνθης Δανόπουλος, Χρύσα Τζελέπη, Γιώργος Μακρής), στα Εργαστήρια αλλά και στο πρόγραμμα «ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ» έχουν ενταχθεί ο σεναριογράφος Νίκος Παναγιωτόπουλος, οι σκηνοθέτες Μαργαρίτα Μαντά, Βασίλης Δούβλης, Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος, Χρήστος Βούπουρας, Πέτρος Σεβαστίκογλου, οι στο Λος Άντζελες εργαζόμενοι συνθέτες μουσικής κινηματογράφου Αλέξης Γράψας και Κώστας Χρηστίδες, καθώς και ο Διευθυντής Φωτογραφίας Αργύρης Θέος.

Φέτος στο πλαίσιο του Zagoriwood θα προβληθούν για πρώτη φορά –ως work in progress, οι καινούργιες ταινίες των Πέτρου Σεβαστίκογλου «Electra» και Χρήστου Βούπουρα «Εσπερινή Συμφωνία». Θα προβληθεί ακόμα «ο Μανάβης» του Δημ. Κουτσιαμπασάκου όπως και η «Στοργή στο Λαό» του Βασ. Δούβλη.

Σχεδιάζονται και άλλες προβολές, ενώ προβλέπονται ακόμα πάρτυ, βουτιές στα νερά του Βοιδομάτη και εορτασμοί σε κάθε ευκαιρία!

Η διοργάνωση όπως κάθε χρονιά γίνεται από την ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΖΑΓΟΡΙΟΥ (με τη συνεργασία των ΑΝΕΜΙCINEMA LAB της Θεσσαλονίκης και MOUNTAIN
VIEW από την Αθήνα), με την καλλιτεχνική διεύθυνση του σεναριογράφου Γιώργου Μακρή.

Περισσότερα

Φέτος στο πλαίσιο του Zagoriwood θα προβληθούν για πρώτη φορά –ως work in progress, οι καινούργιες ταινίες των Πέτρου Σεβαστίκογλου «Electra» και Χρήστου Βούπουρα «Εσπερινή Συμφωνία». Θα προβληθεί ακόμα «ο Μανάβης» του Δημ. Κουτσιαμπασάκου όπως και η «Στοργή στο Λαό» του Βασ. Δούβλη.

Η νεροτριβή ή ντριστέλα Το ετήσιο πλύσιμο κιλιμιών σε μία από τις νεροτριβές στο καλπάκι. Μάλλινα υφαντά και σκεπάσματα (φλοκάτες, χράμια, κουρελούδες, τσιόλια, μαλλιώτες, κάπες κλπ.) περιδινίζονται στον κάδο τής νεροτριβής οι στρόβιλοι τής οποίας συμπαρασλυρουν τα υφαντά στη δίνη τους

Νεροτριβή στο Καλπάκι

Η νεροτριβή ή ντριστέλα

Νεροτριβή στο ΚαλπάκιΤο ετήσιο πλύσιμο κιλιμιών σε μία από τις νεροτριβές στο Kαλπάκι.
Μάλλινα υφαντά και σκεπάσματα (φλοκάτες, χράμια, κουρελούδες, τσιόλια, μαλλιώτες, κάπες κλπ.) περιδινίζονται στον κάδο τής νεροτριβής οι στρόβιλοι τής οποίας συμπαρασύρουν τα υφαντά στη δίνη τους.

Με την τριβή τού νερού, τα υφαντά «αναμαλλιάζουν» και γίνονται αφράτα και τα στημόνια με τα υφάδια δημιουργούν ένα σώμα (κλείνουν τα μεταξύ τους κενά) και καθαρίζουν από τη σκόνη, που εισχωρεί σ’ αυτό.

Πέραν τής νεροτριβής το νερό προσφέρει την ενέργειά του και στο μύλο που αλέθει τα σιτηρά και το καλαμπόκι καθώς επίσης και στην καλλιέργεια πέστροφας…

Σπιτικό ψωμί στο εστιατόριο καφέ Λίθος στο Δίλοφο Κεντρικού Ζαγορίου

Εστιατόριο – καφέ στο Δίλοφο

Το παραδοσιακό καφενείο-εστιατόριο “Λίθος” βρίσκεται στο χωρίο Δίλοφο, το οποίο αποτελεί ένα από τα καλύτερα διατηρημένα χωριά του Ζαγορίου.

Στο φιλόξενο περιβάλλον τού Λίθου μπορείτε να γευτείτε και να απολαύσετε:

  • Πίτες με φύλλα πλασμένα στο χέρι.Φαγητά μαγειρεμένα με μεράκι, βασισμένα στις παλιές καλές συνταγές,με υλικά που αντιπροσωπεύουν το χρώμα του Ζαγορίου
  • Κρεατικά στη σχάρα και το περίφημο χειροποίητο σουβλάκι δίνουν διαφορετικό άρωμα στο τραπέζι των πελατών
  • Σαλάτες εποχής και η περίφημη σαλάτα “Λίθος”
  • Λόγος αναφοράς γίνεται για τα ρεβίθια με μελιτζάνες στο φούρνο που αξίζει να δοκιμάσετε
  • Τελειώνετε το φαγητό σας με τα γλυκά του ταψιού και την αφράτη, όλο αρώματα, ρεβανί μας για επιδόρπιο

… και βεβαίως το φρεσκοζυμωμένο ψωμί μας

Απολαύστε επίσης τον καφέ, το τσάι και τα γλυκά κουταλιού με την συνοδεία της υπέροχης θέας στα βουνά της Tύμφης.

Ανοιχτά κάθε ημέρα, εκτός Τετάρτης, από το πρωί.

Τηλέφωνο: 26530 22600
Κιν. 6944 234072
http://lithos-dilofo.gr/
 

Ηλεκτρολόγος – Μηχανολόγος στα Ζαγοροχώρια

ΤΣΑΝΤΙΛΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Πτυχιούχος Ηλεκτρολόγος – Μηχανολόγος παντός καιρού …

  • Επισκευή ηλεκτρικών συσκευών
  • Συντήρηση & επισκευή ψυκτικών μηχανημάτων
  • Συντήρηση λέβητα – καυστήρα
  • Υδραυλικές εγκαταστάσεις
  • Ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις

ΕΔΡΑ: Δίλοφο, Ζαγοροχώρια
ΤΗΛ.: 6944 715400

Δίλοφο, Κ. Ζαγόρι

Γενικά για το Δίλοφο στο Ζαγόρι

Το Δίλοφο είναι ορεινό χωριό τού νομού Ιωαννίνων και ανήκει στο συγκρότημα των Ζαγοροχωρίων τής Ηπείρου. Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 900 μέτρων στις πλαγιές τής Τύμφης. Το Δίλοφο ανήκει στον δήμο Κεντρικού Ζαγορίου και ο πληθυσμός του σύμφωνα με την απογραφή τού 2001 είναι 39 κάτοικοι (9 για την ακρίβεια με την απογραφή… κατοίκου το 2014 ), οι οποίοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία και τον τουρισμό. Απέχει 32 χιλιόμετρα από τα Ιωάννινα ενώ η πρόσβαση στο χωρίο είναι ιδιαίτερα εύκολη αρκεί να είστε προσεκτικοί στις πινακίδες που θα σας οδηγήσουν σε αυτό μίας και δεν είναι πάνω στον οδικό δρόμο. Το χαρακτηριστικό αυτό σε συνδυασμό με την απαγόρευση διέλευσης αυτοκινήτων μέσα από τον οικισμό, έχει βοηθήσει σημαντικά στην διατήρηση τού παραδοσιακού χαρακτήρα και τής αυθεντικής Ζαγορίσιας ταυτότητας που το κάνουν να ξεχωρίζει ανάμεσα από τα περισσότερα και ομολογουμένως πανέμορφα χωρία τού Κεντρικού Ζαγορίου. Ο χαρακτηρισμός μάλιστα τού οικισμού ως παραδοσιακού και διατηρητέου έχει ενισχύσει τον αναλλοίωτο χαρακτήρα του μίας και σε αυτό επιτρέπονται μόνο αναστηλώσεις και ανακατασκευές παλαιών κτισμάτων.

Το παλαιότερο όνομα τού χωριού μέχρι το 1920 ήταν Σοποτσέλι, ονομασία η οποία στα σλάβικα και βλάχικα σημαίνει “τόπος με πολλά νερά”.

 

Το Δίλοφο είναι από τα καλύτερα διατηρημένα χωριά τού Ζαγορίου. Είναι χαρακτηριστικό δείγμα Ζαγορίτικης αρχιτεκτονικής, καθώς όλα τα κτίσματα είναι φτιαγμένα από τον τοπικό σχιστόλιθο, γι’ αυτό τον λόγο το χωριό έχει ανακηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός, όπου μόνο ανακατασκευάζονται ή αναστηλώνονται παλαιά κτήρια. Είναι χτισμένο πάνω σε δύο λόφους, με μικρές σχετικά κλίσεις. Αναπτύσσεται γύρω από την Κεντρική Πλατεία (Μεσοχώρι), από όπου ξεκινούν ακτινωτά οι τρεις βασικοί πεζόδρομοι (καλντερίμια), που οδηγούν στις τρεις συνοικίες, Πάνω Μαχαλάς, Κάτω Μαχαλάς και Πέρα Μαχαλάς.

Στα αξιοθέατά του περιλαμβάνονται πέτρινες βρύσες, λιθόστρωτα καλντερίμια, μικρά εκκλησάκια και αρχοντικά, ανάμεσα στα οποία και η ψηλότερη κατοικία στα Ζαγοροχώρια, ύψους 13,5 μέτρων, το αρχοντικό Μακρόπουλου (Λουμίδη). Αρκετό ενδιαφέρον έχει και ο λόγος για τον οποίο κτίστηκε αυτό το πανύψηλο σπίτι. Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, ο γιος ενός πλούσιου Ζαγορίτη παντρεύτηκε μία κοπέλα από το γειτονικό χωριό Κουκούλι. Όταν εγκαταστάθηκαν στο σπίτι τού γαμπρού στο Δίλοφο, η κοπέλα εξέφρασε έντονη νοσταλγία για το χωριό της. Τότε λοιπόν, ο σύζυγος έκτισε το πανύψηλο αρχοντικό για να μπορεί η γυναίκα του να αγναντεύει το χωριό της από τα ψηλότερα πατώματα του!

Στο Δίλοφο υπάρχουν εκατό αρχοντικά από τα οποία ελάχιστα κατοικούνται μόνιμα. Υπάρχουν επίσης εκτός τής εκκλησίας τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου (1850) και πολλά μικρότερα παρεκκλήσια και μοναστήρια όπως Παναγίας, Σωτήρος, Άγιοι Ταξιάρχες, Αγία Παρασκευή κ.λ.π. Στο Μεσοχώρι υπάρχει η Αναγνωστοπούλειος Σχολή (Αρρεναγωγείο – Δημοτικό Σχολείο), και πάνω από την εκκλησία υπήρχε το Παρθεναγωγείο. Οι πεζόδρομοι είναι λιθόστρωτοι (καλντερίμια) και ορίζονται δεξιά και αριστερά από λιθόκτιστους μαντρότοιχους αρκετά ψηλούς ώστε να κρύβουν από το μάτι τού περαστικού τις αυλές των σπιτιών. Στην εκκλησία τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου που στέκει ορθή από το 1850 άναβαν τα κεριά τής προσμονής τού γυρισμού των ξενιτεμένων.

Ιστορικός τόπος το Δίλοφο Νομού Ιωαννίνων …

Το Δίλοφο αποτελεί ίσως το μοναδικό χωριό στο Ζαγόρι που έχει διατηρήσει αναλλοίωτη την αρχιτεκτονική του. Κι αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι αντιστάθηκε στην άκρατη τουριστική ανάπτυξη αλλά και στην επαγρύπνηση των κατοίκων κάθε φορά που γινόταν κάποια παρέμβαση στο χωριό τους όπως στα καλντερίμια. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων τού Υπουργείου Πολιτισμού το ανακήρυξε ως Ιστορικό Τόπο. Σύμφωνα με την κατά πλειοψηφία απόφαση τού Συμβουλίου, ο οικισμός Δίλοφο Ζαγορίου κηρύσσεται ιστορικός τόπος «λόγω τής αρχιτεκτονικής, πολεοδομικής και λαογραφικής σημασίας του».

Για τα καταλύματα στο Δίλοφο πατήστε εδώ …

Ο οικισμός, η αρχιτεκτονική και η εξέλιξη τού Διλόφου – μέρος β’

4. Αρχιτεκτονικά, μορφολογικά και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά του οικισμού

Τα βασικά χαρακτηριστικά όλων σχεδόν των χωριών στο Ζαγόρι είναι η ενσωμάτωσή τους στο φυσικό περιβάλλον, η ομοιογένεια της κλίμακας, των υλικών δόμησης και η λιτότητα στις μορφές. Επίσης να μην ξεχνάμε ότι στην διαμόρφωση των χαρακτηριστικών συμβάλει και η ανάγκη για την προστασία από τις δύσκολες καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή. Οι κατόψεις τους είναι απλές και το ύψος των κτιρίων σπάνια ξεπερνά τα δύο επίπεδα. Το υλικό δόμησης είναι η άσπρη πέτρα της περιοχής για τις τοιχοποιίες και η σκούρα σχιστόπλακα για τις στέγες. Σε πολλά κτίσματα υπάρχουν ξυλοδεσιές ανά 70 – 100cm, όπου σε αρκετές περιπτώσεις η θέση τους υποδεικνύεται στις όψεις από μια σειρά μαύρων λίθων.
Ως κονίαμα χρησιμοποιούσαν λάσπη με κομμάτια άχυρο ενώ τα επιχρίσματα ήταν από ασβέστη με γιδότριχες . Οι στέγες ακολουθούν πάντα το περίγραμμα της κάτοψης έχοντας γείσα με μικρή προεξοχή και φουρούσια λίθινα ή ξύλινα, ανάλογα την ποιότητα της κατασκευής (Εικ.6).

Πέτρινα φουρούσια της οικίας Βακώλα 1838

Εικ.6: Πέτρινα φουρούσια τής οικίας Βακώλα 1838

Τα σπίτια του Διλόφου έχουν χαρακτήρα αυστηρό και σαφή και μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δύο κατηγορίες. Τα αρχοντικά και τα λαϊκά, ή αλλιώς τα “πλούσια” και τα “φτωχικά”. Όπως αναφέρθηκε και στο προηγούμενο κεφάλαιο υπάρχουν κατοικίες μεμονωμένες και κατοικίες κτισμένες εν σειρά με μεσοτοιχίες και κοινές στέγες.
Είναι προφανές ότι τα αρχοντικά ανήκουν στην κατηγορία των μεμονωμένων κτισμάτων, τα οποία περιστοιχίζονται πάντα από υψηλό μαντρότοιχο και μέσα στο οικόπεδο υπάρχει η κύρια κατοικία και τα βοηθητικά κτίρια (παράσπιτα). Τα βοηθητικά κτίρια είναι ισόγεια και βρίσκονται προσκολλημένα στην κύρια κατοικία ή ελεύθερα στο οικόπεδο και έχουν συνήθως χρήση μαγειρειού και αποθήκης. Σε πολλές περιπτώσεις η τουαλέτα ήταν εκτός της κύριας κατοικίας αλλά σε πιο απομονωμένο σημείο της ιδιοκτησίας.
Η κύρια κατοικία και τα παράσπιτα συνδεόντουσαν με πλακοστρωμένες αυλές (εσωτερικές ή εξωτερικές). Οι κατοικίες συνεχούς δόμησης σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν καθόλου αυλή ή έχουν μια εσωτερική.
Η λειτουργία των χώρων σχεδόν σε όλα τα σπίτια, είτε αυτά είναι μεμονωμένα είτε εν σειρά, ακολουθεί το ίδιο πρότυπο το οποίο προσαρμόζεται στην εκάστοτε τυπολογία.
Στο ισόγειο συνήθως έχουμε το χαγιάτι , τα κελάρια και τα αχούρια . Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει μαγειρειό το οποίο χρησιμεύει τους χειμερινούς μήνες και ως χώρος διαβίωσης της οικογένειας και λέγεται και μαντζάτο ή μικρός οντάς. Μέσα σε κάποιο κελάρι σε πολλά σπίτια βρίσκουμε και την μπίμτσα, η οποία είναι ένα πολύ μικρό δωμάτιο χωρίς ανοίγματα και με μικρή πόρτα στο οποίο φύλαγαν τα αντικείμενα αξίας.
Στον όροφο οδηγεί συνήθως μια ξύλινη σκάλα της οποίας τα πρώτα 4 – 5 σκαλιά σε αρκετά αρχοντικά είναι κτιστά. Η απόληξη της σκάλας οδηγεί στην κρεββάτα γύρω από την οποία διανέμονται τα δωμάτια τα οποία είτε είναι χειμερινά με λίγα ανοίγματα και τζάκι (το μαντζάτο) είτε καλοκαιρινά, με πολλά ανοίγματα και χωρίς τζάκι (ο οντάς ή νοντάς).
Οι χώροι κοσμούνται με τοιχογραφίες (με σκοτεινά χρώματα στα χειμερινά δωμάτια και ανοιχτόχρωμα στα καλοκαιρινά). Υπάρχουν εντοιχισμένες ξύλινες ντουλάπες (οι μεσάντρες) και υπερυψωμένα ξύλινα δάπεδα (τα μπάσια) τα οποία χρησίμευαν ως κρεβάτια και καθίσματα. Τα ταβάνια είναι ξύλινα με σκαλιστό διάκοσμο και χρώμα (η διακόσμηση και η πολυπλοκότητα ήταν ανάλογη της οικονομικής ευχέρειας του ιδιοκτήτη).
Τα ιστορικά και τα πιο αξιόλογα κτήρια του Διλόφου
Το Δίλοφο έχει δύο μεγάλα δημόσια κτήρια. Το σχολείο και την εκκλησία. Κατασκευασμένα στο ίδιο ύφος με τα υπόλοιπα κτίσματα, ενώ διαφοροποιούνται μόνο ως προς το μέγεθός τους.
Το σχολείο κτίστηκε το 1855 από τον Ιωάννη Αναγνωστόπουλο απ’ όπου και η ονομασία του “Αναγνωστοπούλειος Σχολή”. Είναι ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο μεγαλοπρεπέστατο κτίριο με μέτωπο 19 μέτρων στην πλατεία του χωριού και ύψος 11 μέτρων (Εικ. 7). Προσφάτως ανακατασκευάστηκε η στέγη του αλλά παρουσιάζει δομικά προβλήματα, καθώς ο μεγάλος τοίχος προς την πλατεία έχει σοβαρές ρωγμές από την μετατόπιση του, λόγω ολίσθησης του εδάφους . Το κτήριο σήμερα είναι κλειστό και δεν χρησιμοποιείται, αναμένοντας την αποκατάστασή του.

Η Αναγνωστοπούλειος Σχολή 1855

Εικ.7: Η Αναγνωστοπούλειος Σχολή 1855

Η Κοίμηση της Θεοτόκου 1857

Εικ.8: Η Κοίμηση της Θεοτόκου 1857

Το 1857 ο ίδιος ευεργέτης, με την βοήθεια του Ανδρέα Νούτσου ανήγειραν την εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Εικ.8) στο μέσο περίπου του χωριού, σε θέση με προνομιούχο θέα, σχεδόν όλου του χωριού και του ορεινού γύρω τοπίου. Δύο χρόνια αργότερα κτίζεται το καμπαναριό από τον γιό του Αναγνωστόπουλου και το 1867 κατασκευάζεται το παρεκκλήσι στον προαύλιο χώρο πάλι από τον Ι.Αναγνωστόπουλο .
Το 1896 η εκκλησία καταστράφηκε από πυρκαγιά και ανακατασκευάστηκε το 1899 από δωρεές κατοίκων και ομογενών. Το 1965 κρίθηκε ετοιμόρροπη λόγω υποχώρησης των θεμελίων (λόγω του προβλήματος του εδάφους που αναφέρθηκε προηγουμένως και για το σχολείο). Τα έργα στερέωσής της έγιναν το 1982 – 1983. Το 2006 παρουσίασε πάλι προβλήματα με την υποχώρηση των θεμελίων, σε σημείο που παραμορφώθηκαν τα τόξα της εσωτερικής κιονοστοιχίας (Εικ.9). Το 2008 έγιναν κάποιες σωστικές επεμβάσεις στερέωσης και το έργο ολοκληρώθηκε το 2012.

Παραμόρφωση τόξου στο εσωτερικό τής εκκλησίας

Εικ.9: Παραμόρφωση τόξου στο εσωτερικό τής εκκλησίας

Εκτός από τα δύο μεγάλα δημόσια κτήρια αξίζει να αναφερθούν και σε δύο χαρακτηριστικά αρχοντικά τα οποία δεν περνούν απαρατήρητα. Ένα από αυτά είναι η οικία Λουμίδη όπως αποκαλείται σήμερα. Βρίσκεται στην είσοδο του χωριού και έχει επιβλητικό χαρακτήρα λόγω του ύψους που του δίνει στον δρόμο ο τοίχος αντιστήριξης ο οποίος κατασκευάστηκε λόγω των απότομων κλίσεων στο σημείο αυτό (Εικ.10). Αντίθετα με την εντύπωση που δίνει, το σπίτι αποτελείται από τρία επίπεδα, των κελαριών, του ισογείου και του ορόφου. Είναι το μεγαλύτερο αρχοντικό του Διλόφου και από τα πιο όψιμα κτήρια του χωριού.

Το αρχοντικό τού Λουμίδη (οικία Μακρόπουλου 1906)

Εικ.10: Το αρχοντικό τού Λουμίδη (οικία Μακρόπουλου 1906)

Ένα άλλο αξιόλογο κτήριο είναι το αρχοντικό Μιχαηλίδη του 1872 (Εικ.11), απλής σχετικά μορφής με μεγάλο κήπο και πηγάδι το οποίο στεγαζόταν με στέγαστρο που είχε τέσσερεις πεσσούς και τετράριχτη στέγη (δεν υπάρχει, σήμερα τουλάχιστον, άλλο σπίτι με παρόμοια αυλή και πηγάδι). Ακολουθεί την κλασική τυπολογία του Ζαγορίσιου σπιτιού και ο διάκοσμός του, ιδίως στον όροφο είναι εξαιρετικός .

Το αρχοντικό τού Μιχαηλίδη 1872, Δίλοφο, Ζαγόρια

Εικ.11: Το αρχοντικό τού Μιχαηλίδη 1872

Υπάρχουν πολλά ακόμα αξιοσημείωτα κτήρια με διαφορετική τυπολογία και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αλλά αυτά τα δύο στα οποία έγινε αναφορά είναι από τα πιο αξιόλογα και ευδιάκριτα.

  • Το πάχος των οποίων κυμαίνεται από 50cm έως και 70cm
  • Το άχυρο και οι γιδότριχες έπαιζαν τον ρόλο του “πλέγματος” για να έχει μεγαλύτερη αντοχή το υλικό πλήρωσης.
  • Ημιυπαίθριος ή εσωτερικός πλακοστρωμένος χώρος εισόδου στην κατοικία από τον οποίο γίνεται η προσπέλαση στους υπόλοιπους χώρους του ισογείου 
  • Αποθήκες της κατοικίες και παλαιότερα μέρος τους ήταν και ο χώρος διαμονής των ζώων κατά τους χειμερινούς μήνες
  • Βοηθητικοί χώροι οι οποίοι είχαν και χρήση στάβλισμού. Απαντώνται εντός αλλά και εκτός της οικίας σε παράσπιατα
  • Το μεγάλο ύψος στο μέτωπο της πλατείας προκύπτει λόγω της κλίσης του εδάφους. Το κτίριο έχει ισόγειο και έναν όροφο και η είσοδος του είναι στην μικρή του πλευρά που δεν βλέπει στην πλατεία.
  • Αυτό δυστυχώς είναι ένα πρόβλημα που υπάρχει σε όλο το Δίλοφο. Στο υπέδαφος υπάρχουν πολλές σπηλαιώσεις και νερά γεγονός που έχει δημιουργήσει ζημιές σε πολλά κτήρια. Στον τοίχο του σχολείου προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία λόγω του μεγάλου όγκου του.
  • Α.Δ.Βλαχόπουλου, “Δίλοφον πρωην Σωποτσέλιον Ζαγορίου” Ιστορική περιγραφή και εποχή ιδρύσεως αυτού, σελ.9, Ιωάννινα, Ιούλιος 1970
  • Κτίστηκε από τον Μακρόπουλο το 1906. Ο Λουμίδης εισήρθε αργότερα στην οικογένεια και λόγω του γνωστού ονόματος το σπίτι αποκαλείται σήμερα “οικία Λουμίδη”

4. Κατάσταση διατήρησης τού οικισμού – αλλοιώσεις

Με μια πρώτη ματιά η εντύπωση που αποκτά κάποιος για τον οικισμό είναι ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση χωρίς μορφολογικές αλλοιώσεις. Αυτό γίνεται διότι πολλά σπίτια είναι εγκαταλελειμμένα χωρίς να έχουν δεχτεί επεμβάσεις τα τελευταία 50 χρόνια. Οι αρνητικές επεμβάσεις είναι ακόμα λίγες και δεν έχουν καλύψει το σύνολο τόσο, ώστε να αλλοιώσουν την κλίμακα του οικισμού, όπως έχει γίνει σε άλλα χωριά όπως το Μονοδέντρι.
Επίσης οι μαντρότοιχοι είναι ψηλοί και δεν υπάρχει εικόνα του εσωτερικού των σπιτιών.
Παρατηρώντας όμως πιο προσεκτικά, οι αλλοιώσεις αρχίζουν και γίνονται ορατές. Υπάρχουν δύο κατηγορίες αιτιών αλλοίωσης του οικισμού. Η μια είναι η εγκατάλειψη και η άλλη η μη ορθή ανθρώπινη παρέμβαση. Ξεκινώντας από την εγκατάλειψη, σημειώνεται ότι το τελικό της στάδιο είναι η κατάρρευση. Στο Δίλοφο το 1/3 περίπου των κτιρίων του είναι ερειπωμένα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα με την πάροδο του χρόνου ότι έχει απομείνει από την κατασκευή να πνίγεται από την βλάστηση και να δημιουργούνται κενά στον δομημένο χώρο (Εικ. 12). Σε πολλές περιπτώσεις τα υλικά αφαιρούνται και χρησιμοποιούνται αλλού.

Ερείπια τού Διλόφου

Εικ.12: Ερείπια τού Διλόφου

Αυτό το φαινόμενο δημιουργεί αλλοιώσεις στον πολεοδομικό ιστό. Οι επεμβάσεις τώρα που γίνονται στα κτήρια που ήδη κατοικούνται ή πρόκειται να κατοικηθούν μετά από μεγάλη περίοδο εγκατάλειψης, εάν δεν είναι σωστές και δεν εναρμονίζονται με τον παραδοσιακό χαρακτήρα του χωριού δημιουργούν μορφολογικές αλλοιώσεις.
Δυστυχώς στο Δίλοφο συναντάμε και τις δύο περιπτώσεις απλά είναι ακόμα, σχετικά με τα υπόλοιπα Ζαγοροχώρια, πιο ήπιας μορφής. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν δύναται να φτάσει σε πολύ χειρότερο σημείο εάν η κατάσταση δεν ελεγχθεί. Οι αλλοιώσεις που παρατηρούνται ως επί το πλείστον είναι, στην χρήση τσιμέντου (στα αρμολογήματα στις ρωγμές και εξωτερικές επιφάνειες τοίχων), στην αντικατάσταση των ξύλινων κουφωμάτων με μεταλλικά μη συμβατά ή διάνοιξη νέων με άλλες διαστάσεις, στις ανακατασκευές των στεγών όπου χρησιμοποιείται πλάκα άλλου χρώματος πιο ανοιχτόχρωμη ή σκέτος τσίγκος (κυρίως στην στέγαση των αυλοθύρων), στην αντικατάσταση μέρους των μαντρότοιχων με κιγκλιδώματα, στην κατασκευή νέων προσθηκών οι οποίες δεν εντάσσονται μορφολογικά στον οικισμό, στην τοποθέτηση κεραιών τηλεόρασης και στην αυθαίρετη επιλογή χρωμάτων στις όψεις. Όλα τα παραπάνω όμως, λίγο έως πολύ είναι αναστρέψιμες επεμβάσεις. Το χειρότερο είναι η κατασκευή νέων κτηρίων στην θέση παλιών τα οποία δεν τηρούν τις αναλογίες των όγκων (Εικ.13).

Νέα οικοδομή στο Δίλοφο

Εικ.13: Νέα οικοδομή στο Δίλοφο

Αυτό είναι ένα πρόβλημα που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια στο Δίλοφο και είναι πολύ δύσκολο να αναστραφεί.
Θα πρέπει όμως σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις επεμβάσεων και κατασκευής νέων κτηρίων τα οποία είναι υποδειγματικά από αρχιτεκτονικής άποψης σεβόμενα τον χαρακτήρα και την μορφολογία του οικισμού.
Ποια λοιπόν θα είναι η εξέλιξη και το μέλλον του οικισμού; Αυτό είναι ένα ερώτημα που μας προβληματίζει διότι βλέπουμε πόσο εύκολα και γρήγορα μπορούν να χαθούν αξίες που έχουν κρατήσει αιώνες. Έχουμε στα χέρια μας ένα σύμπλεγμα χωριών, μοναδικό στην Ελλάδα, σε ένα ιδιαίτερο φυσικό τοπίο το οποίο σταδιακά καταστρέφεται και αλλοιώνεται από την κακή εκμετάλλευση και τις επεμβάσεις μη ευαισθητοποιημένων ανθρώπων στις περιουσίες τους. Πρέπει να βρεθεί λύση στο πως θα συνυπάρξουν η εξέλιξη και ο σεβασμός στο παλιό. Στην εποχή που ζούμε είναι πλέον ουτοπικό να πιστεύουμε ότι το Δίλοφο θα κατοικηθεί όπως στο παρελθόν. Είναι πλέον ένας τόπος δεύτερης κατοικίας και αναψυχής και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η διατήρηση και η επανάχρησή του υπό αυτούς τους όρους. Τα κίνητρα και η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και είναι το πρώτο βήμα μαζί με την “εκπαίδευση” των ιδιοκτητών, νέων και παλιών στο πως επεμβαίνουμε σε παραδοσιακούς οικισμούς. Υπάρχουν παραδείγματα σε άλλες χώρες της Ευρώπης (μεσαιωνικά χωριά της Ιταλίας, παραδοσιακοί οικισμοί στην Ν.Γαλλία, στην Αγγλία κ.ο.κ) στα οποία η σύγχρονη ζωή και το ιστορικό περιβάλλον συνυπάρχουν με αρμονία.
Δύσκολος στόχος, όχι ακατόρθωτος, αλλά θα πρέπει να συμβάλλουμε όλοι σε αυτό, πολίτες και πολιτεία.

Το Δίλοφο σε φωτογραφία των αρχών τού 20ου αι. (Αγνώστου)

Εικ.14: Το Δίλοφο σε φωτογραφία των αρχών τού 20ου αι. (Αγνώστου)

  • Τα αριθμητικά στοιχεία είναι από την άσκηση στο ΔΠΜΣ “Προστασία Μνημείων” της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, των Γεωργούλη Αικατερίνη-Σιούντρη Κωνσταντίνα με θέμα “Δίλοφο -Κεντρικό Ζαγόρι Ιωαννίνων”, 2003
  • Το κτήριο της εικόνας 13 αντικατέστησε αυτό της εικόνας 12

Βιβλιογραφία

    1. Αραβαντινός Π., Χρονογραφία Ηπείρου,τομ Α’ και Β’, Αθήνα 1856
    2. Βλαχόπουλου Α.Δ., “Δίλοφον πρώην Σωποτσέλιον Ζαγορίου” Ιστορική περιγραφή και εποχή ιδρύσεως αυτού, σελ Ιωάννινα, Ιούλιος 1970
    3. Γαρτσώνη Β., Μπαλοδήμου Μ., Διπλωματική εργασία με θέμα “Αναγνώριση – Επανάχρηση του ιστορικού Οικισμού Διλόφου Ζαγορίου”, επιβλέπων Καθ. Μ.Νομικός, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος 1991
    4. Γεωργούλη Α., Σιούντρη Κ., Δίλοφο Κεντρικό Ζαγόρι Ιωαννίνων, Άσκηση στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακοού Προγράμματος “Προστασία Μνημείων” τής Σχ. Αρχιτ. Μηχαν. ΕΜΠ, επιβλ. Καθ. Ε. Μαΐστρου, Μ. Αποστόλου, συμβ. Μ. Μπαλοδήμου, ΕΜΠ, 2003
    5. Δαλκαβούκης Β., Μετοικεσίες Ζαγορισίων (1750-1922), εκδ. Ριζαρείου Σχολής, Θεσσαλονίκη 1999
    6. Εργολάβος Σ., “Τα Ζαγοροχώρια στις αρχές τού αιώνα μας – Δύο πολύτιμα ιστορικά ντοκουμέντα”, Εκδόσεις Ήπειρος, Ιωάννινα 1993
    7. Λαμπρίδης Ι., Β’ Ηπειρώτικα Μελετήματα – Ζαγοριακά, τευχ. 8 και 9, Αθήνα, 1889, επανέκδοση Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1993
    8. Μακρής Ε., “Τα Ζαγοροχώρια” Ιστορική αναδρομή – τουριστική περιήγηση, Ιωάννινα 1996
    9. Παπαγεωργίου Γ., Οικονομικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί στον ορεινό χώρο – Ζαγόρι(αρχές 18ου -αρχές 20ου ), εκδ. Ριζαρείου Σχολής, Ιωάννινα, 1995
    10. Σταματοπούλου Χ., “Ζαγόρι”, Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1990
    11. Χασιώτης Δ., Διατριβαί και Υπομνήματα περί Ηπείρου, Αθήνησιν 1887
    12. Χρηστίδης Β., “Η αρχιτεκτονική του Κεντρικού Ζαγορίου”, Το παράδειγμα του Κουκουλίου, τόμοι Α & Β, εκδ. Ριζαρείου Ιδρύματος, Αθήνα 2004

Πηγές Εικόνων

Ο χάρτης 1 και οι εικόνες από 1 έως και 13 είναι από το προσωπικό αρχείο τής
Μ. Μπαλοδήμου. Η εικόνα 14 είναι αγνώστου φωτογράφου

Ο οικισμός, η αρχιτεκτονική και η εξέλιξη τού Διλόφου – μέρος α’

ΔΙΛΟΦΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΖΑΓΟΡΙΟΥ

Ο οικισμός, η αρχιτεκτονική του και η εξέλιξή του
Μαρία Μπαλοδήμου – Αρχιτέκτων Μηχ. ΑΠΘ,
MSc Αποκαταστάσεων K.U.Leuven Βέλγιο, Υπ.Δρ.Μηχ. ΕΜΠ


DILOFO – CENTRAL ZAGORI – EPIRUS

The settlement – architecture and evolution
Maria Balodimou – Architect Eng. A.U.T,
MSc Restoration K.U.Leuven Belgium, Dr.Eng. cand. N.T.U.A.

Περίληψη

Δίλοφο Κεντρικού Ζαγορίου

Δίλοφο Κεντρικού Ζαγορίου

Η παρούσα εργασία αφορά στην αναγνώριση του παραδοσιακού οικισμού Διλόφου Κεντρικού Ζαγορίου από αρχιτεκτονικής-οικιστικής και εξελικτικής σκοπιάς.
Αρχίζοντας από τα πρώτα ιστορικά στοιχεία για το Ζαγόρι και τις πρώτες αναφορές για την ύπαρξη του Διλόφου (πρώην Σωποτσέλι) φτάνουμε στην εικόνα που έχει σήμερα ο οικισμός.
Γίνεται μια χωροταξική και πολεοδομική περιγραφή στην προσπάθεια άντλησης συμπερασμάτων για την εξέλιξη του οικισμού. Περιγράφονται και αναλύονται τα αρχιτεκτονικά, μορφολογικά και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά καθώς και η εξέλιξη τους στο χρόνο. Πώς επηρεάστηκαν από τις κοινωνικοοικονομικές αλλαγές και τι επιπτώσεις υπήρχαν; Τι προβλήματα έχουν προκύψει και πως αντιμετωπίζεται σήμερα ένας οικισμός που ήταν για αιώνες ζωντανός και παραγωγικός και σήμερα αποκτά ζωή μόνο τους θερινούς μήνες και τις αργίες; Ποιές επεμβάσεις συντελούν στην διατήρηση του παραδοσιακού χαρακτήρα και ποιες τον καταστρέφουν; Πόσο δύσκολο είναι να κρατηθεί μια ισορροπία μεταξύ της εξέλιξης και του σεβασμού προς το μνημείο;
Αυτοί είναι μερικοί προβληματισμοί που τίθενται με στόχο να βρεθεί κάποια λύση που θα οδηγήσει σε ένα βιώσιμο μέλλον για το Δίλοφο και παρόμοιους οικισμούς.

Abstract

This paper looks at the urban, architectural and social development of the traditional village Dilofo, situated in Central Zagori, Epirus, Greece.
Starting from historical information regarding Zagori and the first references to the existence of Dilofo, previously known as Sopotseli, this study follows the journey of the settlement from its creation as a village to present.
Analysing the spatial planning / design, architectural and construction characteristics of the settlement, the aim is to extract information regarding its formation and development. Social, cultural and financial changes in the area are seen as critical factors.
What issues arise when a village that is ‘alive’ and productive all year round for several centuries, now seems to come to life only during summer and holidays? Which types of interventions compliment or preserve the character of the settlement and which may have a negative effect? How hard is it to keep a balance between ‘development’ / ‘progress’ and respecting the settlement as a ‘monument’ and as part of the area’s heritage?
These are a few questions that are discussed aiming to highlight a route towards a more sustainable and respectful future for Dilofo and similar settlements.

1. Εισαγωγή

Πριν την ανάπτυξη του θέματος, κρίνεται απαραίτητο να αναφερθεί η πορεία της εξέλιξης της παρούσας δουλειάς και από πού αντλήθηκε το υλικό. Η πρώτη μου επαφή με την έρευνα σχετικά με το Δίλοφο και την περιοχή των Ζαγοροχωρίων ξεκίνησε το 1990, με την έναρξη της διπλωματικής μου εργασίας στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ . Έκτοτε η ενασχόλησή μου με τα Ζαγοροχώρια και το Δίλοφο είναι συνεχής σε επιστημονικό και προσωπικό επίπεδο. Το 2003 στο πλαίσιο άσκησης του Δ.Π.Μ.Σ “Προστασία Μνημείων” της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Ε.Μ.Π. , με τίτλο “Προστασία και συντήρηση σε κλίμακα αστικού κέντρου ή ιστορικού οικισμού” εκπονήθηκε άσκηση με θέμα “Δίλοφο – Κεντρικό Ζαγόρι Ιωαννίνων” , στην οποία συμμετείχα ως συνεργάτης και παραχώρησα το πρωτογενές υλικό των χαρτών και των φωτογραφιών, καθώς και στοιχεία από το αρχείο μου που άρχισε να δημιουργείται από το 1990. Oι χάρτες που παρουσιάζονται βασίζονται σε αεροφωτογραφία του 1983 από την οποία δημιουργήθηκε ο χάρτης το 1990 για τις ανάγκες της διπλωματικής και έκτοτε εμπλουτίζεται με τις εκάστοτε αλλαγές. Επίσης την ίδια περίοδο πραγματοποιήθηκε χωροστάθμηση στον πυρήνα του οικισμού.
Συνοψίζοντας, το υλικό της εν λόγω ανακοίνωσης έχει προκύψει από την διπλωματική εργασία του 1990, την άσκηση του ΔΠΜΣ Προστασία Μνημείων του 2003, την προσωπική ενασχόληση και συλλογή στοιχείων για το αντικείμενο καθώς και την ειδική έρευνα με την οποία ασχολούμαι επί του παρόντος για την εκπόνηση της διδακτορικής μου διατριβής με θέμα “Το δίκτυο των πέτρινων γεφυριών στα Ζαγοροχώρια” .

2. Ιστορική και οικιστική εξέλιξη Ζαγοροχωρίων

Σήμερα όταν αναφερόμαστε στο Ζαγόρι ή Ζαγοροχώρια μιλάμε για ένα σύνολο 45 χωριών τα οποία βρίσκονται βόρεια των Ιωαννίνων οριοθετημένα από τον ποταμό Αώο, το όρος Μιτσικέλι, και τους δρόμους Ιωαννίνων – Μετσόβου και Ιωαννίνων – Κόνιτσας. Μελετώντας τα ιστορικά κείμενα παρατηρούμε ότι τα γεωγραφικά όρια είναι περίπου τα ίδια στο πέρασμα των χρόνων, ενώ ο αριθμός των χωριών μεταβάλλεται.
Οι βασικές πηγές πληροφόρησης για την ιστορία των Ζαγοροχωρίων είναι τα βιβλία των Π.Αραβαντινού (1856) και Ι.Λαμπρίδη (1889), οι οποίοι αντλούν μεγάλο μέρος του υλικού από χρονικά μοναστηριών και οθωμανικά κατάστιχα.
Η λέξη “Ζαγόρι” κατά τον Ι.Λαμπρίδη είναι Σλαβικής προέλευσης και έχει δύο συνθετικά, το “Ζα”(=προς, επί, όπισθεν) και το “γκόρι”(=βουνό, όρος) (ο Π.Αραβαντινός όμως αναφέρει ότι διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις για την Σλαβική προέλευση της λέξης και ότι ενδέχεται να είναι Ελληνική η ρίζα της από παράφραση της λέξης “ζυγόρειον” ή “ζυγόρεια”, η οποία προέρχεται από την ονομασία της κορυφής του όρους Λάκμωνα στην οροσειρά της Πίνδου που λεγόταν “Ζυγός”).
Από αρχαιολογικές ανασκαφές στην Βίτσα και το Σκαμνέλι έχουν ανακαλυφθεί κτηνοτροφικοί οικισμοί προ του 5ου αι. π.Χ.. Στα ιστορικά κείμενα διαβάζουμε ότι, τα πρώτα φύλα που κατοίκησαν στην Ήπειρο κατά τους προϊστορικούς χρόνους, ήταν οι Πελασγοί. Στη συνέχεια κατακτήθηκε από τους Μολοσσούς, τους Μακεδόνες , τους Ρωμαίους και τους Σλάβους τον 6οαι . Η περιοχή κατοικείται συνεχώς και το 1204 περιλαμβάνεται στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Η πρώτη όμως γραπτή αναφορά για την ύπαρξη οικισμών γίνεται το 1319 σε ένα Χρυσόβουλο του Ανδρόνικου Β’ , ενώ με την κατάκτηση της Ηπείρου από τους Οθωμανούς το 1430, αρχίζει ουσιαστικά η τεκμηριωμένη ιστορία του Ζαγορίου.
Σταθμός στην μελέτη των οικισμών στο Ζαγόρι αποτελεί το έτος 1431. Οι Οθωμανοί δεν κατάφεραν ποτέ να εγκατασταθούν στο Ζαγόρι, όπως έγινε στην υπόλοιπη Ήπειρο, (τα βουνά ήταν φυσικό οχυρό) οπότε υπεγράφη μια συνθήκη μεταξύ Ζαγορισίων και Οθωμανών, η “Συνθήκη του Βοϊνίκου” . Την συνθήκη αυτή υπέγραψαν εκπρόσωποι 14 Ζαγοροχωρίων από το κεντρικό και ανατολικό Ζαγόρι (μέσα σε αυτά και το Δίλοφο) στην οποία συμφώνησαν ότι αντί φόρου θα στέλνουν κάθε χρόνο στην Κωνσταντινούπολη έναν αριθμό αντρών (ανάλογα με τον πληθυσμό τους) οι οποίοι θα υπηρετούσαν ως ιπποκόμοι τον στρατό του Σουλτάνου για 1-2 μήνες. Ο Λαμπρίδης αναφέρει ότι στο “Χρονικόν της Βοτσάς” τα έτη 1629 – 1631 τα χωριά αυτά του Ζαγορίου είχαν στείλει 832 βοϊνάκηδες στην Κωνσταντινούπολη (το Δίλοφο είχε στείλει 28).
Από τον 16ο έως τον 18ο αι. παρατηρούνται οι μεγαλύτερες οικιστικές μεταβολές στο Ζαγόρι. Από τα οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα (Defter), τα αυτοκρατορικά διατάγματα και τα χρονικά, διαβάζουμε ότι το 1564 τα Ζαγοροχώρια ήταν 58, το 1678 ήταν 60 και τον 18ο αι. έγιναν 46 (σχεδόν ο σημερινός αριθμός τους). Πολλά χωριά διαλύθηκαν λόγω λειψυδρίας, κατολισθήσεων και επιδημιών πανώλης και οι εναπομείναντες κάτοικοι ενσωματώθηκαν στα υπόλοιπα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του Διλόφου το οποίο αύξησε τον πληθυσμό του στα μέσα του 16ου αι. δεχόμενο κατοίκους από τα γύρω χωριά Πιτούρνα, Πετρίτσια και Ζλάροβο . Η Πιτούρνα και η Πετρίτσια πρέπει να ερημώθηκαν πριν το 1564 (μιας και δεν αναφέρονται στο κατάστιχο του 1564) και αρκετοί από τους κατοίκους τους μετοίκησαν στο Δίλοφο, ενώ το Ζλάροβο το οποίο αναφέρεται το 1631 στο Χρονικόν της Βοτσάς, πρέπει να διαλύθηκε αργότερα και οι κάτοικοί του μοιράστηκαν στο Δίλοφο και τον Ελαφότοπο.
Προφανώς όλες αυτές οι μετακινήσεις των πληθυσμών επηρέασαν την οικιστική εξέλιξη του Διλόφου και των άλλων Ζαγοροχωρίων, μαζί με ένα άλλο πολύ σοβαρό παράγοντα, τα ταξίδια και το εμπόριο. Μέχρι το 1600 περίπου, οι κάτοικοι είχαν ως ενασχόληση την κτηνοτροφία και την λιγοστή καλλιέργεια της γης . Τα δεδομένα όμως αλλάζουν με την έναρξη των ταξιδιών και των εμπορικών συναλλαγών, αρχικά με τα Βαλκάνια και την Κωνσταντινούπολη και μετέπειτα με πιο μακρινούς προορισμούς . Η οικονομική κατάσταση βελτιώνεται οπότε τα παλιά σπίτια αντικαθίστανται με νέα μεγαλύτερα και καλύτερης κατασκευής. Η περίοδος αυτή της ακμής κορυφώνεται τον 18ο και 19ο αι. δίνοντας την εικόνα του οικισμού που βλέπουμε σήμερα.
Το 1874 το Δίλοφο είχε 115 οικογένειες και 550 κατοίκους . Λειτουργούσε σχολείο με 85 μαθητές στην πλατεία του χωριού, (Αναγνωστοπούλειος Σχολή , 1855) παρθεναγωγείο και υφαντουργική σχολή. Υπήρχε ξενώνας για τους εμπόρους, παντοπωλείο, υποδηματοποιείο, σιδεράδικο-πεταλωτήριο και αργυροχρυσοχοΐο. Ορισμένες από τις χρήσεις αυτές λειτουργούσαν στην πλατεία του χωριού σε προσκτίσματα που ακουμπούσαν στο μεγάλο τοίχο αντιστήριξης του Σχολείου .
Πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το Δίλοφο δίνει το 1913 ο σχολικός επιθεωρητής Αλέξανδρος Καθάρειος , ο οποίος αναφέρει μεταξύ άλλων ότι υπήρχαν 420 κάτοικοι και 50 μαθητές.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το 1927 διεξήχθη στο Δίλοφο το Α’ Πανζαγορίσιο Συνέδριο κατά τις διαδικασίες του οποίου προωθήθηκε η διαδικασία της αλλαγής των σλαβικών ονομάτων των χωριών σε ελληνικά. Η πρώην (Σλαβική) ονομασία του Διλόφου ήταν “Σωποτσέλι” ή “Σομποτσέλ” που σημαίνει “τόπος με πολλά νερά”.
Ο πληθυσμός του χωριού ακολουθεί μια φθίνουσα πορεία μέχρι τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά είναι ακόμη ενεργός. Η μεγάλη υποβάθμιση και εγκατάλειψη έρχεται στις αρχές της δεκαετίας του 1950 οπότε το φαινόμενο της αστυφιλίας χτυπάει όλα τα χωριά. Το 1991 είχε 11 μόνιμους κατοίκους ενώ το 2013 έχει μόνο 5.

  • Γαρτσώνη Βασιλική, Μπαλοδήμου Μαρία, Διπλωματική εργασία με θέμα “Αναγνώριση – Επανάχρηση του ιστορικού Οικισμού Διλόφου Ζαγορίου”, επιβλέπων Καθ. Μ.Νομικός, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος 1991
  • Υποχρεωτική άσκηση με επιβλέπουσες Καθηγήτριες την κα Ε.Μαΐστρου και κα Μ.Αποστόλου.
  • Γεωργούλη Αικατερίνη, Σιούντρη Κωνσταντίνα, Μεταπτυχιακές φοιτήτριες ακ. Έτους 2002-2003
  • Εκπονείται στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ με επιβλέποντα τον Επ.Καθ.Ν.Μπελαβίλα
  • Την παλιά εθνική οδό όχι την Εγνατία
  • Αραβαντινός Π., Χρονογραφία Ηπείρου,τομ Α’ και Β’, Αθήνα 1856
  • Λαμπρίδης Ι., Β’ Ηπειρώτικα Μελετήματα – Ζαγοριακά, τευχ. 8 και 9, Αθήνα, 1889, επανέκδοση Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1993
  • Δαλκαβούκης Β., Μετοικεσίες Ζαγορισίων (1750-1922), εκδ. Ριζαρείου Σχολής, Θεσσαλονίκη 1999
  • Βασιλιάς Πύρρος (318 – 272 π.Χ), ξάδελφος του Μ.Αλεξάνδρου
  • Τότε δόθηκε και η ονομασία “Ζαγόρι”
  • Αναφέρονται το Πάπιγκο και τα Άνω και Κάτω Πεδινά καθώς και άλλα χωριά που δεν υπάρχουν σήμερα
  • Οι Ζαγορίσιοι δήλωσαν υποταγή στον Καρά Σινάν Πασά με αντάλλαγμα την αυτονομία την αυτοδιοίκηση και την φοροαπαλλαγή 
  • Τα 5 από τα 14 χωριά δεν υπάρχουν σήμερα.
  • Η.Μ.,τομ.Β’, τευχ.9, σελ.8
  • Χρονικό του 17ου αι. της Μονής Βοτσάς στο οποίο καταγράφονται σημαντικά ιστορικά γεγονότα της περιοχής
  • “Βοϊνάκ” στα τουρκικά σημαίνει ιπποκόμος
  • Τα τοπωνύμια υπάρχουν μέχρι και σήμερα σε τοποθεσίες γύρω από το Δίλοφο
  • Παπαγεωργίου Γ., Οικονομικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί στον ορεινό χώρο – Ζαγόρι(αρχές 18ου -αρχές 20ου ), σελ. 17, εκδ. Ριζαρείου Σχολής, Ιωάννινα, 1995.
  • Ο Γ.Παπαγεωργίου αναφέρει ως αιτία την έλλειψη νερού ενώ ο Α. Βλαχόπουλος συμπληρώνει και το πρόβλημα των κατολισθήσεων.
  • Βλαχόπουλος Α., Δίλοφον πρώην Σωποτσέλιον , Ιστορική περιγραφή και εποχή ιδρύσεως αυτού, Ιωάννινα 1970
  • Μεγάλο ρόλο σε αυτό έπαιξε και η συνθήκη του Βοϊνίκου η οποία τους άνοιξε τον δρόμο των ταξιδιών 
  • Χασιώτης Δ., Διατριβαί και Υπομνήματα περί Ηπείρου, Αθήνησιν 1887
  • Το κτήριο του παρθεναγωγείου καταστράφηκε από πυρκαγιά τον 20ο αι και βρισκόταν στην βόρια άκρη του χωριού εκεί που καταλήγει σήμερα ο περιφερειακός χωματόδρομος (Χάρτης 1 σημείο Β) 
  • Τα ίχνη τους στην τοιχοποιία του σχολείου είναι ακόμα ορατά
  • Εργολάβος Σ., Τα Ζαγοροχώρια στις αρχές του αιώνα μας-Δύο πολύτιμα ιστορικά ντοκουμέντα, σελ 91, εκδ. Ηπειρος, Ιωάννινα 1993
  • Τον Ιούλιο του 1913 ο Α.Καθάρειος πήρε εντολή από το Υπ.Παιδείας να συντάξει έκθεση σχετικά με την γεωγραφική, εθνολογική, κοινωνική και εκπαιδευτική κατάσταση των χωριών. Από τις 13 – 31 Ιουλίου 1913 περιηγήθηκε σε 27 Ζαγοροχώρια

3. Πολεοδομική εξέλιξη τού οικισμού

Αξιόπιστα τεκμήρια με ακριβείς πληροφορίες για την εξέλιξη του πολεοδομικού ιστού δεν υπάρχουν. Μελετώντας όμως την χωροταξία, την γεωμορφολογία και τους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες μπορούμε να βγάλουμε ορισμένα ασφαλή συμπεράσματα για την ανάπτυξή του.
Τα πρωταρχικά και βασικά κριτήρια με τα οποία γινόταν συνήθως η επιλογή της θέσης ενός οικισμού ήταν η ύπαρξη νερού, η ύπαρξη χώρου για την καλλιέργεια προϊόντων για τις βασικές τους ανάγκες, η ύπαρξη βοσκοτόπων, ο καλός προσανατολισμός και η ασφάλεια από τις επιδρομές.
Εξετάζοντας το Δίλοφο παρατηρούμε ότι είναι από τα λιγότερο ορατά χωριά από τον γύρω χώρο στο Ζαγόρι, με δυνατότητα όμως, από ορισμένα υψίπεδα, να έχει οπτική επαφή με άλλα γειτονικά χωριά. Είναι κτισμένο στην συμβολή δύο λόφων στο σημείο με τις ηπιότερες κλίσεις και περιστοιχίζεται από δάσος, βοσκοτόπια και λίγη καλλιεργήσιμη έκταση. Στο βορινό άκρο του χωριού είναι ορατή η χαράδρα του Βίκου και το μονοπάτι, προς αυτήν και το χωριό Βίτσα.

Χάρτης Διλόφου βασισμένος σε αεροφωτογραφία τού 1983

Χάρτης 1.: Δίλοφο από αεροφωτογραφία τού 1983

Έχει γραμμική ανάπτυξη στον άξονα βορά νότου με πυκνότερη δόμηση στο κέντρο του. Πιθανόν, τα πρώτα σπίτια να κτίστηκαν στον χώρο γύρω από την πλατεία και στην συνέχεια να αναπτύχτηκε ο οικισμός ακολουθώντας τις κλίσεις του εδάφους. Η κεντρική είσοδος του χωριού είναι στο Νότο (Α στο χάρτη 1), όπου καταλήγει και ο αμαξιτός δρόμος. Θα πρέπει ίσως εδώ να σημειώσουμε ότι μαζί με το Κουκούλι είναι τα μοναδικά χωριά στο Ζαγόρι στα οποία δεν εισέρχονται αυτοκίνητα. Υπάρχει και μια δευτερεύουσα είσοδος (Β στο χάρτη 1) στον βορά στην οποία καταλήγει ο περιφερειακός χωματόδρομος του χωριού .

Μπορούμε να συμπεράνουμε από την χρονολόγηση των κτηρίων, ότι η σημερινή εικόνα του χάρτη του Διλόφου είναι ίδια εδώ και δύο αιώνες τουλάχιστον. Η πλατεία με τον πλάτανο βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού και στον βορινό άξονα αναπτύσσεται ο “Πάνω Μαχαλάς” ενώ στον νότιο ο “Κάτω Μαχαλάς”, το όριο των οποίων βρίσκεται στον νοητό κάθετο άξονα της εκκλησίας (Χάρτης 1). Οι δύο μαχαλάδες έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά. Στον επάνω (βορινό) η δόμηση είναι πυκνότερη και σε κάποιες περιοχές συνεχής. Λίγα σπίτια έχουν αυλές και η μεγαλύτερη πύκνωση παρατηρείται μεταξύ της Εκκλησίας και της πλατείας (Εικ. 1).

Ο Πάνω Μαχαλάς τού Διλόφου μεταξύ πλατείας (μεσοχωρίου) και Εκκλησίας

Εικ.1: Ο Πάνω Μαχαλάς μεταξύ πλατείας (μεσοχωρίου) και Εκκλησίας

Παράδειγμα σπιτιών με συνεχή δόμηση

Εικ.2: Παράδειγμα σπιτιών με συνεχή δόμηση

Αντίθετα, στο νότιο τμήμα του οικισμού οι ιδιοκτησίες είναι πιο αυτόνομες και με μεγαλύτερες αυλές. Τα περισσότερα σπίτια και στις δύο συνοικίες περιστοιχίζονται από υψηλούς μαντρότοιχους (οβορούς) και η είσοδος γίνεται μέσω της αυλόθυρας, η οποία σε περιπτώσεις μη ύπαρξης αυλής οδηγεί κατευθείαν μέσα στο σπίτι (Εικ. 2)
Περπατώντας στα καλντερίμια είναι δύσκολο να κατανοήσει κάποιος την διάταξη των κτισμάτων διότι βλέπει μόνο τους οβορούς και τις αυλόθυρες. Η σχέση του ιδιωτικού και του δημόσιου χώρου είναι ξεκάθαρη. Τα κοινά τους σημεία είναι οι πεζούλες έξω από τις αυλόθυρες οι οποίες χρησίμευαν και ως τόπος συναναστροφής των κατοίκων. Η γενική εικόνα που κυριαρχεί είναι αυτή της εσωστρέφειας και της προστασίας του ιδιωτικού χώρου.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που έχει το Δίλοφο είναι τα καλντερίμια. Το δίκτυό τους αναπτύσσεται σε όλον τον οικισμό και προσαρμόζεται στην μορφολογία του εδάφους με διαφορετικές τυπολογίες. Λίγα χωριά στο Ζαγόρι έχουν ακόμα τα αυθεντικά τους καλντερίμια. Στο Δίλοφο έχει κρατηθεί ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό των αυθεντικών αλλά δυστυχώς όπου έχουν γίνει επεμβάσεις έχει επέλθει αλλοίωση με την χρήση μη συμβατών υλικών και την λανθασμένη κατασκευή.
Οι βασικοί τύποι καλντεριμιών (Εικ. 3) είναι τρεις και τα μορφολογικά – κατασκευαστικά τους χαρακτηριστικά έχουν προκύψει από την ανάγκη προσαρμογής τους στις ιδιαιτερότητες του εδάφους και του ιστού. Σημειώνουμε ότι πέραν των τριών αυτών τύπων υπάρχουν και οι παραλλαγές τους.

Σκαρίφημα κάτοψης των τριών βασικών τύπων καλντεριμιών

Εικ 3: Σκαρίφημα κάτοψης καλντεριμιών

Ο τύπος Α (Εικ.4) είναι ο πιο χαρακτηριστικός και χρησιμοποιείται στις ήπιες κλίσεις. Στις άκρες οι πέτρες είναι πλακοστρωμένες (έχοντας ανά ένα μέτρο περίπου μια σειρά από αρκάδες για την ευκολότερη ανάβαση ή κατάβαση) ενώ στο κέντρο είναι τοποθετημένες κάθετα και σε χαμηλότερο επίπεδο για την ροή των όμβριων υδάτων και την διέλευση των ζώων.

Καλντερίμι τύπου Α

Εικ 4: Καλντερίμι τύπου Α

Ο τύπος Β απαντάται πάλι σε καλντερίμια με ήπια κλίση. Η διαφορά από τον τύπο Α είναι η έλλειψη του μεσαίου διαζώματος. Τέλος τον τύπο Γ τον συναντάμε στις μεγάλες κλίσεις. Όλες οι πέτρες είναι τοποθετημένες κάθετα στο έδαφος με ρύση προς το κέντρο για να μην ολισθαίνουν οι πεζοί και έχει την μορφή “ψαροκόκαλου”.
Τα μόνα τεκμηριωμένα στοιχεία που έχουμε στην διάθεσή μας για να ελέγξουμε εάν ο πολεοδομικός ιστός έχει υποστεί σοβαρές αλλοιώσεις είναι πολύ όψιμα σε σχέση με τα χρόνια ύπαρξης του οικισμού. Βασίζονται ουσιαστικά σε αεροφωτογραφίες οπότε το μόνο που μπορούμε να πούμε με ασφάλεια είναι ότι τα τελευταία 60 χρόνια περίπου, η μορφή του πολεοδομικού ιστού δεν έχει μεταβληθεί από διανοίξεις δρόμων ή κατασκευές νέων κτιρίων σε νέες θέσεις. Όποιες αλλοιώσεις έχει υποστεί είναι μορφολογικού χαρακτήρα του καταστρώματος των καλντεριμιών.
Επίσης στο Δίλοφο υπάρχουν και πλακοστρωμένα πλατώματα τα οποία προκύπτουν λόγω των κλίσεων και τα σημεία σύγκλισης των καλντεριμιών. Τα μεγαλύτερα σε έκταση είναι αυτό της πλατείας (Εικ.5) και του προαύλιου χώρου της Εκκλησίας.

Η πλατεία του Διλόφου (Μεσοχώρι)

Εικ.5: Η πλατεία του Διλόφου (Μεσοχώρι)

  • Η είσοδος αυτή δημιουργήθηκε τον 20ο αι. και είναι ο προαύλιος χώρος του κτίσματος του παρθεναγωγείου το οποίο καταστράφηκε από πυρκαγιά. Το σημείο αυτό χρησιμεύει και ως χώρος στάθμευσης
  • Πλάκες τοποθετημένες κάθετα στο έδαφος οι οποίες προεξέχουν. Αρκάδες ονομάζουν τις όρθιες πέτρες στις ράχες των τόξων των πέτρινων γεφυριών. Η προέλευση της λέξης κατά τον Α.Πετρονώτη (Πέτρινα Γεφύρια στην Ελλάδα, συλλ. Τόμος Φύση και έργα ανθρώπων σελ.236 παρ.92)…. προέρχεται από την τουρκική λέξη “arka” η οποία σημαίνει “ράχη” και “πίσω μέρος”, στα δε νεοελληνικά “βοηθός και “προστάτης”…..

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ …

Όνειρα τής νέας γενιάς

Όνειρα και προσδοκίες τής νέας γενιάς των Ζαγοροχωρίων

Τής Γεωργίας Κανελλοπούλου
Μηχανικού Ορυκτών Πόρων
Πολυτεχνείο Κρήτης

 

Το Ζαγόρι αποτελεί ένα σύμπλεγμα 46 χωριών και μια ιδιαίτερη γεωγραφική ενότητα στην Ήπειρο. Η Ήπειρος, ως ένα χαρακτηριστικό ορεινό γεωγραφικό διαμέρισμα, ήταν από τις περιοχές που επλήγησαν δημογραφικά ιδιαίτερα κατά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο (’40-’51), τη μετανάστευση (’61-’71) και την αστικοποίηση (’81-’91). Συγκεκριμένα, για το χρονικό διάστημα 1940-2001 ο Νομός Ιωαννίνων παρουσίασε μείωση του πληθυσμού των ορεινών περιοχών του κατά 52% (Μπασιούκα, 2011). Το Ζαγόρι φέρει τα κύρια χαρακτηριστικά των απομονωμένων ορεινών περιοχών: τη δύσκολη πρόσβαση σε μεγάλο μέρος των χωριών του ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, τον λίγο και γηρασμένο πληθυσμό, το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, την ανεπάρκεια σε τεχνικές και κοινωνικές υποδομές, την έλλειψη πόρων και τις περιορισμένες ευκαιρίες εργασιακής απασχόλησης (Παπλιάκος, 2011).

Απόρροια της εγκατάλειψης των οικισμών ήταν η μείωση του αριθμού των μαθητών. Ως αποτέλεσμα, ένας μεγάλος αριθμός σχολείων έκλεισε. Αυτά που παρέμειναν λειτούργησαν ως ολιγοθέσια, στα οποία ο δάσκαλος δίδασκε σε κοινή αίθουσα όλες τις τάξεις, απευθύνοντας τη διδασκαλία του χωριστά σε κάθε τάξη, απασχολώντας παράλληλα, αποτελεσματικά, τις υπόλοιπες. Η ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχεται σε αυτά τα σχολεία συχνά αμφισβητείται, γιατί θεωρείται ότι δεν προσφέρει ίσες εκπαιδευτικές ευκαιρίες σε σύγκριση με τα συμβατικά σχολεία. Ωστόσο, το μικρό μέγεθος της σχολικής κοινότητας δημιουργεί πρόσφορο έδαφος καλών σχέσεων μεταξύ των μαθητών διαφορετικής ηλικίας, καθιστώντας έτσι ευκολότερη την προσαρμογή τους σε ένα μη ομοιογενές κοινωνικό περιβάλλον (Τσολακίδης, 2007). Στην ορεινή περιοχή του Ζαγορίου τα σχολεία που λειτούργησαν στο παρελθόν είχαν την παραπάνω οργανωτική δομή και καλούνταν αλληλοδιδακτικά. Σημειώνεται ότι λειτουργούσαν με αυτό τον τρόπο λόγω έλλειψης διδακτικού προσωπικού και μεγάλου αριθμού μαθητών, κατάσταση η οποία είναι αντιδιαμετρικά αντίθετη με αυτή που προέκυψε λόγω της εγκατάλειψης των τελευταίων 60 χρόνων. Στο παρόν, η διοικητική μεταρρύθμιση που αφορά στις συγχωνεύσεις σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, δημιουργεί ένα νέο εκπαιδευτικό χάρτη στη χώρα, αφανίζοντας έναν μεγάλο αριθμό σχολικών μονάδων (Κάτσικας, 2012).

Το σχολείο σε μια ορεινή περιοχή παίζει σημαντικό ρόλο στη δημόσια και κοινωνική ζωή, ενεργώντας ως μοχλός κοινωνικής, πολιτιστικής και οικονομικής ανάπτυξης. Ο αναπτυξιακός του ρόλος διευρύνεται όταν η έννοια της ανάπτυξης ορισθεί πέρα από στενά οικονομικά όρια και η μετάδοση της γνώσης εμπλουτιστεί με κοινωνικοοικονομικές διαστάσεις όπως η μετάδοση πολιτισμού, η καλλιέργεια της επικοινωνίας, η δημιουργικότητα και η προσαρμοστικότητα. Περαιτέρω συμβάλλει στην αναβάθμιση της ποιότητας του ανθρώπινου κεφαλαίου[1], το οποίο αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την παραγωγικότητα και την αποδοτικότητα της τοπικής οικονομίας (Σταμάτης, 1987). Υπό την έννοια αυτή το σχολείο αποτελεί ένα θεσμό-ελπίδα για τις απομακρυσμένες ορεινές περιοχές, λαμβάνοντας υπόψη τα μακροπρόθεσμα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη της λειτουργίας του αλλά και την αποτροπή της περαιτέρω ερήμωσης των οικισμών. Η χωροθέτηση των σχολικών μονάδων και το κόστος λειτουργίας τους δεν πρέπει να γίνονται με μοντέλα τα οποία έχουν ως κριτήρια βελτιστοποίησης τις αποστάσεις των σχολείων, το μαθητικό πληθυσμό, το κόστος διδασκαλίας κλπ αλλά με βάση το κοινωνικό όφελος (Meusburger, 2005). Αναγνωρίζοντας τη σημαντικότητα των παραπάνω στοιχείων ένα από τα ερωτήματα της παρούσας έρευνας αφορά στην προσβασιμότητα στην εκπαίδευση και στο πώς αυτή επηρεάζει τις μελλοντικές αποφάσεις των νέων μιας ορεινής περιοχής.

Εκτός από την προσβασιμότητα στην εκπαίδευση επιπλέον ερευνητικό πεδίο της εργασίας αποτελεί η καθημερινή ζωή και η κοινωνικοποίηση των νέων στις μικροκοινωνίες του ελληνικού ορεινού χώρου. Σύμφωνα με την Παπαθανασίου (2003 και 2004), παλαιότερες έρευνες κοινωνιολόγων και κοινωνικών ανθρωπολόγων επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στην κοινωνία των ενηλίκων και χρησιμοποιούν ελάχιστα την νεανική ηλικία ως αναλυτική κατηγορία. Εντοπίζοντας αυτή την έλλειψη, η παρούσα έρευνα προσανατολίζεται στη μελέτη της καθημερινής ζωής των νέων του ηλικιακού φάσματος 12-18 ετών. Η ηλικία αυτή σηματοδοτεί την έναρξη της εφηβείας του ανθρώπου, κατάσταση η οποία συνοδεύεται τόσο από νοητικές όσο και από συναισθηματικές αλλαγές. Όσον αφορά στις νοητικές αλλαγές, η σκέψη πλέον δε βασίζεται μόνο στην εμπειρία και στα πραγματικά δεδομένα αλλά επεκτείνεται σε συσχετίσεις και λογικές υποθέσεις. Οι έφηβοι πλημμυρίζουν από συναισθήματα έντονα και ευμετάβλητα. Δεν έχουν μια σταθερή ταυτότητα καθώς ο εαυτός τους αλλάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα με βάση τα ερεθίσματα που δέχονται, τις αμφισβητήσεις που προκύπτουν και τα πρότυπα της μαζικής κουλτούρας που υιοθετούν. Είναι η ηλικία κατά την οποία οι νέοι δοκιμάζουν τις ιδέες τους, τις ικανότητές τους, αναζητούν μια θέση μέσα στην κοινωνία και έξω από το οικογενειακό  καταφύγιο. Στην ερώτηση «ποιός/ά είμαι;» η απάντηση αφορά, σύμφωνα με τον Erikson, οκτώ αναπτυξιακά στάδια, σε καθένα από τα οποία το κοινωνικό πλαίσιο διαδραματίζει σημαντικό ρόλο (Salkind, 2011). Στο σημείο αυτό σχηματοποιείται ένα επιπλέον ερευνητικό ερώτημα, στο πλαίσιο της εργασίας, δεδομένου ότι σε μια ορεινή περιοχή δημιουργούνται επιμέρους ιδιαίτερα κοινωνικά πλαίσια που απορρέουν από τα διαφορετικά πρότυπα ζωής εκεί, συγκριτικά με τα αντίστοιχα μιας αστικής περιοχής. Η διερεύνηση της διαφοροποίησης των βιωμάτων, του τρόπου σκέψης, των ονείρων και των προσδοκιών των εφήβων, υπό το πρίσμα της καθημερινότητας στην ορεινή περιοχή του Ζαγορίου, σκιαγραφούν επιπλέον θεματικές ενότητες της παρούσας εργασίας.

Η ικανότητα μιας ορεινής κοινωνίας να συγκρατεί τους νέους ανθρώπους της στον τόπο τους αποτελεί θεμελιώδες συστατικό της υγιούς ανάπτυξής της. Η απόφαση ενός νέου ανθρώπου να αφήσει τον τόπο του δεν είναι μια απλή υπόθεση. Συνήθως, οι λόγοι οφείλονται σε οικονομικούς παράγοντες όπως η εύρεση εργασίας και οι σπουδές. Η νεοκλασσική οικονομική θεωρία υποδεικνύει πως οι άνθρωποι (homo economicus) επιλέγουν το μέρος που θα εγκατασταθούν με γνώμονα το μέγιστο οικονομικό τους όφελος (Σταμάτης, 1987) και αυτό είναι πιθανότερο να είναι ένα αστικό κέντρο παρά μια ορεινή περιοχή, τουλάχιστον όπως έχει σήμερα διαμορφωθεί η ελληνική κοινωνική πραγματικότητα. Επιπλέον, παράγοντες όπως το φύλο και ο στενός κοινωνικός περίγυρος ωθούν, πολύ συχνά, τις γυναίκες της υπαίθρου στην μετακίνηση προς τα αστικά κέντρα, ως μορφή απόδρασης από τους επιβεβλημένους κοινωνικούς ρόλους που αναπαράγει ο παραδοσιακός τρόπος  ζωής  εκεί (Καλιαμπάκος κ.ά, 2009).

Η προσδοκία των γονιών να εγκαταλείψουν τα παιδιά τους την ύπαιθρο λόγω έλλειψης εξωστρέφειας, αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στα λόγια ενός χωρικού της Ρούμελης (Παπαθανασίου, 2003): «Διά τα παιδία, τα οποία ουδέποτε εγκατέλειψαν το χωρίον των και τα οποία ακούουν να γίνεται συζήτησις διά τον έξω κόσμον η αμφιταλάντευσις αύτη είναι ιδιαιτέρως αισθητή. Παρασύρονται πολλάκις εις τον σχηματισμόν μιας φανταστικής εικόνος και σχεδόν πάντοτε τρέφουν την επιθυμίαν να εκπατρισθούν. Τα όρη καλύπτουν τον ορίζοντα, ο κόσμος αρχίζει από την άλλην πλευράν των ορέων, τα οποία τους φαίνονται ως είδος παραπετάσματος απομονωτικού, το οποίον πρέπει απαραιτήτως να διασχίσουν». Συνεπώς, ο σχεδιασμός επανακατοίκησης των ορεινών περιοχών οφείλει να βασιστεί σε μια κοινωνική και εκπαιδευτική πολιτική, που θα μειώσει τα στοιχεία που δημιουργούν αισθήματα έλλειψης και δυσαρέσκειας στους νέους ανθρώπους και θα αφουγκραστεί τις πραγματικές ανάγκες και τις καθημερινές συνθήκες διαβίωσής τους στις περιοχές αυτές.


[1] Ο Bourdieu όρισε το κοινωνικό κεφάλαιο ως το σύνολο των εν ενεργεία ή των εν δυνάμει πόρων που συνδέονται με την κατοχή ενός δικτύου μονίμων σχέσεων αλληλογνωριμίας και αλληλοαναγνώρισης, οι οποίες είναι περισσότερο ή λιγότερο θεσμοθετημένες με δεσμούς μόνιμους και χρήσιμους (Koniordos, 2008). Σ’ αυτόν τον ορισμό ο Bourdieu δίνει έμφαση στην οικονομική φύση του κοινωνικού κεφαλαίου και στον τρόπο με τον οποίο αυτό μπορεί να συμβάλει στη μεταβίβαση πόρων και δύναμης στο εσωτερικό των κοινωνικών ομάδων ή από μία κοινωνική ομάδα σε άλλη (DeFilippis, 2001). O Coleman ορίζει το κοινωνικό κεφάλαιο ως «το σύνολο πόρων που ενυπάρχουν στις οικογενειακές σχέσεις και στην κοινωνική οργάνωση μιας κοινότητας και είναι χρήσιμοι για τη νοητική ή κοινωνική ανάπτυξη ενός παιδιού ή ενός νεαρού ατόμου» και χρησιμοποιεί επίσης την έννοια του μορφωτικού κεφαλαίου, δηλαδή το σύνολο των δεξιοτήτων και των γνώσεων που κατέχει κάποιος (Koniordos, 2008).

Για την πλήρη μελέτη πατήστε εδώ